Πολλαπλασιάζονται ώρα με την ώρα οι καταγγελίες στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και τα συνδικάτα, για εργοδότες από όλους τους κλάδους των επιχειρήσεων σε διάφορα σημεία της Ελλάδας, οι οποίοι θέτουν τους εργαζόμενούς τους σε διαθεσιμότητα, εκ περιτροπής εργασία ή ακόμη και «υποχρεωτική αργία» παρ’ ότι το τελευταίο δεν προβλέπεται καν από την εργατική νομοθεσία.
Ακόμη στις καταγγελίες επισημαίνεται ότι λόγω του κλεισίματος των τραπεζών δεν θα προχωρήσουν στην καταβολή των μισθών των εργαζομένων έως ότου ανοίξουν εκ νέου οι τράπεζες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι καταγγελίες αφορούν εργοδότες οι οποίοι ζήτησαν από τους εργαζόμενους να μην εργαστούν, λόγω των περιορισμών στις κινήσεις κεφαλαίων μέσω τραπεζών.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων, οι εργαζόμενοι τέθηκαν σε υποχρεωτική αργία, μέτρο όμως που δεν υφίσταται με βάση το εργασιακό δίκαιο της χώρας.
Υπήρξαν επίσης καταγγελίες για εργαζόμενους που τέθηκαν σε διαθεσιμότητα, μέχρι να λήξουν τα έκτακτα μέτρα στον τραπεζικό κλάδο, ενώ σύμφωνα με άλλες, οι εργαζόμενοι βγήκαν σε άδεια, για αντίστοιχο χρονικό διάστημα.
Υπήρξαν επιχειρήσεις που επέτρεψαν στους μισούς εργαζόμενους να δουλέψουν χθες και στους άλλους μισούς, τους υποχρέωσαν να μεταβούν σήμερα στην εργασία τους.
Στην αγορά πάντως κυριαρχεί έντονη ανησυχία καθώς η πλήρης αδυναμία τροφοδοσίας πρώτων υλών χωρίς μετρητά καθώς και το πάγωμα των συναλλαγών λόγω της Τραπεζικής αργίας αλλά και η προοπτικής χρεοκοπίας της χώρας οδηγεί σε λύσεις ανάγκης.
Ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννη Χατζηθεοδοσίου κατά την διάρκεια κοινής συνέντευξης τύπου με άλλα τρία Επιμελητήρια, ΒΕΑ, ΒΕΠ, ΕΕΠ, ανέφερε ότι ήδη μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται κυρίως στον κλάδο των υπηρεσιών σκέφτονται ή ήδη θέτουν το προσωπικό τους σε υποχρεωτική άδεια.
Στο ΣΕΠΕ δηλώνουν ότι επιτρέπεται, υπό προϋποθέσεις, μόνο η μετατροπή της σύμβασης των εργαζομένων από πλήρους απασχόλησης, σε εκ περιτροπής εργασία καθώς και η διαθεσιμότητα, με την καταβολή του 50% των μισθών.
Υπάρχει δε, και η περίπτωση της διευθέτησης του χρόνου εργασίας, διαδικασία όμως που απαιτεί χρόνο, και δεν μπορεί να εφαρμοστεί με διευθυντικό δικαίωμα, δηλαδή μονομερώς από τον εργοδότη.