Άρειος Πάγος: Με προσαύξηση 75% θα αμοίβεται η Κυριακή στον ιδιωτικό τομέα
Όποιος εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα τις Κυριακές, δικαιούται να λάβει για κάθε Κυριακή προσαύξηση 75% στο 1/25 του νόμιμου μισθού του και εάν δεν του χορηγείται αναπληρωματική ημέρα αναπαύσεως σε άλλη ημέρα της εβδομάδας, δικαιούται επιπλέον και το 1/25 του μισθού του.
Αυτό υπογραμμίζει το Εργατικό Τμήμα του Αρείου Πάγου στην υπ΄ αριθμ. 437/2014 απόφασή του και υποχρέωσε κατασκευαστική εταιρεία να καταβάλλει σε οδηγό φορτηγού αυτοκινήτου το ποσό των 5.487 ευρώ ως αμοιβή για την απασχόληση του κατά τις Κυριακές.
Το 2000 οδηγός προσελήφθη με σύμβαση εργασίας παροχής εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ως οδηγός φορτηγού αυτοκινήτου σε κατασκευαστική εταιρεία και τον Ιούλιο του 2002 απολύθηκε.
Κατά την διάρκεια της δίχρονης περίπου απασχόλησή του ο οδηγός προσέφερε 8ώρη απασχόληση κατά 57 Κυριακές, χωρίς να λάβει καμία προσαύξηση των αποδοχών του όπως προβλέπει η εργατική νομοθεσία (βασιλικό διάταγμα 748/1966 και υπουργικές αποφάσεις), αλλά ούτε του δινόταν αναπληρωματική ημέρα ανάπαυσης σε άλλη ημέρα της εβδομάδος.
Ο οδηγός μετά την απόλυση του προσέφυγε στην Δικαιοσύνη και τελικά δικαιώθηκε από τον Άρειο Πάγο.
Οι αρεοπαγίτες έκριναν ότι οι απασχολούμενοι τις Κυριακές, ανεξάρτητα εάν η απασχόληση τους είναι νόμιμη ή παράνομη, δικαιούνται να λάβουν για κάθε Κυριακή προσαύξηση 75% στο 1/25 του νόμιμου μισθού τους.
Μάλιστα, σε περίπτωση που δεν χορηγείται από τον εργοδότη άλλη ημέρα της εβδομάδας αναπληρωματική ημέρα αναπαύσεως, τότε ο εργαζόμενος δικαιούται επιπλέον και το 1/25 του μισθού ως απόδοση του αδικαιολόγητου πλουτισμού του εργοδότη.
Με άλλα λόγια ο εργαζόμενος στην περίπτωση αυτή δικαιούται ένα πρόσθετο ημερομίσθιο για κάθε Κυριακή κατά την οποία εργάστηκε χωρίς να λάβει αναπληρωματική ανάπαυση σε άλλη ημέρα της εβδομάδας.
Επεξηγώντας οι δικαστές την έννοια του αδικαιολόγητου πλουτισμού του εργοδότη, σημειώνουν ότι ο εργοδότης στις περιπτώσεις που ο μισθωτός εργάζεται τις Κυριακές, αλλά δεν λαμβάνει άλλη ημέρα αναπαύσεως υποχρεούται να καταβάλλει «κάθε τι που ο εργοδότης θα κατέβαλλε στον ίδιο εργαζόμενο αν εργαζόταν σε ημέρα μη αναπαύσεως, χωρίς όμως την προσαύξηση της υπερεργασίας άλλων ημερών και της αναλογίας επιδομάτων αδείας και εορτών».
Δηλαδή, θα καταβάλει στον εργαζόμενο το ποσό που παράνομα δεν του κατέβαλε και με το ποσό αυτό θα γινόταν πλουσιότερος ο εργοδότης.