Μέχρι και την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014, οι τράπεζες θα παραλαμβάνουν τις υπεύθυνες δηλώσεις των οφειλετών για την προστασία της κύριας κατοικίας από πλειστηριασμό, όπως επισημαίνει ο υφυπουργός Ανάπτυξης, Θανάσης Σκορδάς, σε έγγραφό του που διαβιβάστηκε στη Βουλή.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, η προθεσμία αυτή είχε τεθεί με δελτίο Τύπου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και πρόκειται ουσιαστικά για την εφαρμογή διάταξης του Ν. 4224/2013 (άρθρο 2, παρ. 2α) η οποία ορίζει ότι, «κατά τη διάρκεια απαγόρευσης του πλειστηριασμού, οι οφειλέτες έχουν υποχρέωση υποβολής στο δανειστή με κάθε πρόσφορο μέσο, υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α΄ 75), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 13 του ν. 2479/1997 (Α΄ 67), στην οποία αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του οφειλέτη, λεπτομερή και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας, περιγραφή της πλήρωσης των παραπάνω προϋποθέσεων και λεπτομερής αναγραφή των κινήσεων λογαριασμού που ξεπερνούν το ποσό των 1.000 ευρώ τους τελευταίους 24 μήνες πριν την υποβολή της υπεύθυνης δήλωσης.
Σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης της παρούσας υποπαραγράφου μέχρι 31.1.2014, ή εντός δύο μηνών από την επίδοση επιταγής προς εκτέλεση, αίρεται για το συγκεκριμένο οφειλέτη και τη συγκεκριμένη οφειλή η απαγόρευση πλειστηριασμού».
Όπως ειδικότερα σπεύδει να επισημάνει ο κ. Σκορδάς, απαντώντας εγγράφως σε αναφορά της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ) για την παράταση της αναστολής των πλειστηριασμών, «η ψήφιση του πρόσφατου νόμου 4224/2013 σε συνάρτηση με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο (Ν. 3869/2010 και Ν. 4161/2013) αποτελούν σήμερα έναν σημαντικό πυλώνα προστασίας των Ελλήνων πολιτών που είτε αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην αποπληρωμή των οφειλών τους είτε βρίσκονται σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών».
Ο υφυπουργός Ανάπτυξης αναφέρεται στην πρόνοια του νόμου για τη σύσταση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, προκειμένου να υπάρχει ένα ανώτατο κυβερνητικό όργανο, το οποίο θα εισάγει και θα παρακολουθεί τις απαραίτητες δράσεις για τη δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού επίλυσης του μη εξυπηρετούμενου ιδιωτικού χρέους φυσικών, νομικών προσώπων και επιχειρήσεων», επισημαίνοντας μάλιστα ότι «το Συμβούλιο κατά τη μεταβατική περίοδο θα έχει ως αποστολή τη διαμόρφωση πολιτικών σχετικά με την οργάνωση ενός ολοκληρωμένου και μόνιμου μηχανισμού αποτελεσματικής διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών δανείων».
Ως προς τις παρατηρήσεις της ΓΣΕΒΕΕ, ο υφυπουργός Ανάπτυξης απαντά, ως εξής:
– Ως προς την πρόταση να διευρυνθεί η προστασίας της κύριας κατοικίας και για τις περιπτώσεις εκείνες που υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, ο υφυπουργός επισημαίνει ότι «η ρύθμιση για την προστασία από τους πλειστηριασμούς αποτελεί συνέχεια των προηγούμενων καθεστώτων από τα οποία πάντα εξαιρούνταν οι οφειλές προς το Δημόσιο».
– Στην παρατήρηση της ΓΣΕΒΕΕ ότι η ρύθμιση είναι ασαφής ως προς τον τύπο και την κατηγορία των δανείων που υπάγονται σε αυτή (στεγαστικά, επιχειρηματικά, καταναλωτικά) και ότι η προσημείωση ακινήτων υπήρξε πάγια τακτική των πιστωτικών ιδρυμάτων για τη χορήγηση επιχειρηματικών ή ακόμη και για τη ρύθμιση καταναλωτικών δανείων και, άρα, θα πρέπει να υπάρξει ρητή αναφορά ότι ο νόμος εφαρμόζεται για επιχειρηματικά και άλλα δάνεια ή χρέη στα οποία έχει υπάρξει προσημείωση ακινήτου, ο υφυπουργός απαντά ότι «η ρύθμιση αφορά την προστασίας της κύριας κατοικίας από οποιαδήποτε απαίτηση, βάσει της οποίας έχει εκδοθεί εκτελεστός τίτλος (διαταγή πληρωμής ή δικαστική απόφαση) και επ΄ ουδενί περιορίζεται σε τραπεζικές οφειλές.
– Στην πρόταση, στις περιπτώσεις που προβλέπεται τελικά διαδικασία πλειστηριασμού, ο δανειολήπτης να απαλλάσσεται του χρέους που απομένει, στις περιπτώσεις που το προσημειωμένο και εκπλειστηριασμένο ακίνητο έλαβε τιμή μικρότερη του οφειλόμενου ποσού (λόγω της κατάρρευσης των τιμών των ακινήτων), ο κ. Σκορδάς επισημαίνει ότι «κατά το ηπειρωτικό δίκαιο και την ελληνική Δικονομία, η οποιαδήποτε απαίτηση δεν συνδέεται με συγκεκριμένο ακίνητο του οφειλέτη. Η συνολική κινητή και ακίνητη περιουσία του οφειλέτη-πλην αυτών που εκ του νόμου εξαιρούνται ως ακατάσχετα-αποτελεί μέσο εξασφάλισης του δανειστή.
Η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης και η τιμή του εκπλειστηριαζόμενου ακινήτου ορίζεται από τις διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας καταρχήν σε ποσοστό επί της αντικειμενικής αξίας αυτού και περαιτέρω αυτή δύναται να αναπροσδιορίζεται μόνο με δικαστική απόφαση. Ο οφειλέτης κατέχει στα χέρια του ένδικα βοηθήματα καθ΄ όλη τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και σε κάθε σημείο αυτής μπορεί να εγείρει ενώπιον του δικαστηρίου κάθε νόμιμο αίτημά του».
– Στην παρατήρηση της ΓΣΕΒΕΕ ότι το κριτήριο της τήρησης λογαριασμού κατάθεσης που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ είναι αυστηρό, ειδικά για τις περιπτώσεις των επιχειρήσεων που τηρούν λογαριασμούς για πληρωμές, ο κ. Σκορδάς εξηγεί ότι «το κριτήριο της τήρησης καταθέσεων που δεν υπερβαίνουν τις 15.000 ευρώ αφορά σε κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο χρησιμοποιεί το υπό πλειστηριασμό ακίνητο ως κύρια κατοικία του και δεν καταλαμβάνει νομικά πρόσωπα».
– Ο υφυπουργός Ανάπτυξης επισημαίνει ότι η έννοια της κύριας κατοικίας, όπως έχει κριθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις και τη νομολογία, δε συνδέεται αποκλειστικά με την απόκτηση της πρώτης κατοικίας.
– Διευκρινίζει, επίσης ότι ο Ν. 4224/2013 δεν αφορά μόνο απαιτήσεις από Πιστωτικά Ιδρύματα αλλά αφορά όλες τις απαιτήσεις.