Λάθη σε πολλές νέες συντάξεις που εκδίδονται με τη διαδικασία της ταχείας απονομής (fast track) εντοπίζονται στις αποφάσεις του ΕΦΚΑ, γι αυτό και υπάρχει η υποσημείωση ότι η απόφαση εκδίδεται με επιφύλαξη για τυχόν αλλαγή του ποσού σε επόμενο στάδιο.
Το θετικό της ταχείας απονομής είναι ότι οι ασφαλισμένοι παίρνουν τη σύνταξή τους εντός τριμήνου με βάση την ασφαλιστική ιστορία που έχει περαστεί στο ψηφιακό σύστημα «ΑΤΛΑΣ».
Το αρνητικό στην ταχεία απονομή είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν λαμβάνονται υπόψη όλοι οι χρόνοι ασφάλισης που έχουν πραγματοποιήσει ή εξαγοράσει οι ασφαλισμένοι γιατί δεν τους «βλέπει» το μηχανογραφικό σύστημα του ΕΦΚΑ επειδή δεν έχουν ενοποιηθεί όλα τα μητρώα ασφάλισης των επιμέρους ταμείων. Το αποτέλεσμα είναι οι ασφαλισμένοι να έχουν πληρώσει εισφορές για χρόνους ασφάλισης που επειδή δεν εμφανίζονται στο σύστημα ΑΤΛΑΣ, δεν συνυπολογίζονται στη σύνταξη που εκδίδεται μεν γρήγορα αλλά με ελλιπή στοιχεία και κυρίως, μικρότερη.
Ο ΕΦΚΑ υποστηρίζει ότι τα λάθη λόγω ελλιπών στοιχείων αφορούν το 14% των νέων αποφάσεων και ότι οι διορθώσεις γίνονται εντός τριμήνου.
Τα πιο συνηθισμένα λάθη που εντοπίζονται στις αποφάσεις με τις νέες συντάξεις είναι:
* Μη αναγραφή όλων των πλασματικών χρόνων ασφάλισης που έχουν εξαγοραστεί από τους ασφαλισμένους.
* Μη αναγραφή του συνολικού χρόνου ασφάλισης που έχουν διανύσει οι ασφαλισμένοι ακόμη και σε ένα ταμείο, πολλώ δε, σε διαδοχικούς φορείς.
* Ελλιπής καταχώρηση των συντάξιμων αποδοχών ή της αναπροσαρμογής τους με τους πληθωρισμούς των ετών από το 2002 και μετά.
* Έκδοση συντάξεων με ποινή μείωσης 30% στο ποσό της εθνικής, παρότι οι ασφαλισμένοι πληρούν τις προϋποθέσεις να πάρουν πλήρη σύνταξη. Έχει παρατηρηθεί σε τέτοιες αποφάσεις ότι το αυτόματο σύστημα υπολογισμού των συντάξεων «βλέπει» την ηλικία των 62 και προχωρά σε μείωση της εθνικής θεωρώντας ότι ο ασφαλισμένος θεμελιώνει δικαίωμα με μειωμένο όριο ηλικίας.
Λάθη και επανέλεγχοι έχουν αναφερθεί και στον χρόνο διαμονής που απαιτείται να έχουν οι ασφαλισμένοι στην Ελλάδα για να πάρουν χωρίς μειώσεις την εθνική σύνταξη. Πέραν της 15ετίας και 20ετίας εισφορών, για μειωμένο και πλήρες ποσό η εθνική σύνταξη, καταβάλλεται ακέραια εφόσον οι ασφαλισμένοι συμπληρώνουν διαμονή 40 ετών στην Ελλάδα από το 15ο έτος ως τη συνταξιοδότηση. Για κάθε έτος που η διαμονή υπολείπεται των 40 ετών η εθνική
μειώνεται κατά 1/40. Πολλές αποφάσεις έχουν ελλιπή στοιχεία για την 40ετία της εθνικής σύνταξης.
Τα λάθη ή οι ελλείψεις οδηγούν πρακτικά, σε απονομή μικρότερων συντάξεων που όμως διορθώνονται με δυο τρόπους:
1. Με την υποβολή ένστασης από τους ασφαλισμένους συνοδευόμενη από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά.
2. Με επανέλεγχο των αποφάσεων από τον ΕΦΚΑ που είναι η συνηθέστερη διαδικασία για να αποφεύγεται η μαζική αποστολή ενστάσεων που έχει ως επακόλουθο τις πρόσθετες καθυστερήσεις.
Όλες οι αποφάσεις με την έκδοσή τους, επανελέγχονται αυτόματα από τον ΕΦΚΑ και λαμβάνονται υπόψη στοιχεία που επικαλούνται οι ασφαλισμένοι στις αιτήσεις τους, αφού πρώτα γίνουν οι απαραίτητες διασταυρώσεις.
Η διόρθωση των λαθών όμως άλλες φορές γίνεται γρήγορα, εντός τριμήνου μετά την έκδοση της απόφασης και άλλες, πάει πολύ πίσω με αποτέλεσμα νέοι συνταξιούχοι να λαμβάνουν επί μακρόν μικρότερη σύνταξη.
Για τις κύριες συντάξεις ο νόμος δίδει το δικαίωμα στον ΕΦΚΑ να ελέγξει αν έβγαλε σωστά τις συντάξεις fast track εντός 3ετίας και πάντως πέραν της 5ετίας ο έλεγχος αποκλείεται.
Για τις επικουρικές ο έλεγχος για την ορθότητα των αποφάσεων είναι εντός 3 ετών.
Ποια λάθη κοστίζουν
Στους ελέγχους των συντάξεων μετά την απονομή τους, οι νέοι συνταξιούχοι πρέπει να ξέρουν ότι
1. Αν προκύψει ότι το ασφαλιστικό ιστορικό που έχει ληφθεί υπόψη για την έκδοση σύνταξης είναι εσφαλμένο, η σύνταξη αυξάνεται ή μειώνεται αναλόγως ή ανακαλείται, κατά περίπτωση.
2. Αν από τον έλεγχο προκύψει ότι ο ασφαλιστικός χρόνος που έχει ληφθεί υπόψη για την έκδοση σύνταξης είναι μεγαλύτερος από τον πραγματικό χρόνο ασφάλισης μέχρι 2 έτη, ο ασφαλισμένος μπορεί να καλύψει τις αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές, μέσα σε 1 έτος από την κοινοποίηση του αποτελέσματος του ελέγχου, είτε με πληρωμή, είτε με παρακράτηση από την καταβαλλόμενη σύνταξη, είτε με συνδυασμό των δύο τρόπων. Αν δεν αναγνωρίσει τον επιπλέον χρόνο τότε θα μειωθεί αναλόγως και η σύνταξη, ενώ αν ο ασφαλιστικός αυτός χρόνος είναι θεμελιωτικός τότε ο συνταξιούχος θα πρέπει να τον αναγνωρίσει για να μην ανακληθεί η απόφαση συνταξιοδότησης.
Ο νόμος 4921/2022 που προβλέπει την απονομή συντάξεων με διαδικασία ταχείας απονομής έχει ως δικλείδα ασφαλείας για την αποφυγή λαθών, την έκδοση της σύνταξης «εμπιστοσύνης», η οποία απονέμεται αφενός με βάση τα στοιχεία του «ΑΛΤΑΝΤΑ» και αφετέρου με βάση την υπεύθυνη δήλωση από μέρους των ασφαλισμένων ότι οι αναγραφόμενοι χρόνοι ασφάλισης στην αίτησή τους υπάρχουν παρότι δεν τους «βλέπει» το μηχανογραφικό σύστημα του ΕΦΚΑ.
Οι συντάξεις εμπιστοσύνης όμως δεν εκδίδονται υπό τον φόβο του ΕΦΚΑ ότι η διαδικασία αυτή μπορεί να οδηγήσει σε λάθος υπολογισμούς και έκδοση υψηλότερων συντάξεων με στοιχεία που δηλώνουν οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι και θα πρέπει να επαληθευτούν εκ των υστέρων και να ελεγχθούν από τις αρμόδιες υπηρεσίες γεγονός που θα προκαλέσει καθυστερήσεις και στις συντάξεις με τη διαδικασία fast track.