Η πολιτική της μείωσης των φορολογικών βαρών που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια αρχίζει να έχει αποτελέσματα. Η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ δείχνει ότι η φορολογική σφήνα στην Ελλάδα (δηλαδή το ποσό των εισφορών και των φόρων στην εργασία) μειώθηκε κατά 2,2 μονάδες το 2021, που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη μείωση μετά από αυτήν της Τσεχίας μεταξύ των χωρών που ανήκουν στον Οργανισμό. Έτσι η χώρα υποχώρησε 2 θέσεις, στη 19η από τις 38, σε ό,τι αφορά στην επιβάρυνση της εργασίας με φορολογική σφήνα στο 36,7%, παρ’όλα παραμένει 2 μονάδες πάνω από το μέσο όρο. Για την ιστορία, πρωταθλητές είναι οι Βέλγοι που δίνουν το 52,6% των εισοδημάτων τους σε φόρους και εισφορές και ακολουθούν Γερμανοί και Αυστριακοί με 48%.
Η Ελλάδα ανήκει μάλιστα στις χώρες που έχουν από τη χαμηλότερη φορολόγηση εισοδήματος, κάτω από 10%, μαζί με την Πολωνία, τη Σλοβακία, την Ιαπωνία και το Μεξικό.
Όλα αυτά πάντως δεν σημαίνουν ότι δεν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης. Για παράδειγμα η φορολογική σφήνα στην Ελλάδα για ζευγάρι με έναν εργαζόμενο και 2 παιδιά υποχώρησε κατά 2,38 μονάδες κυρίως εξαιτίας των επιδομάτων στα παιδιά, η χώρα όμως παραμένει στην 9η θέση. Ο καθαρός μέσος φορολογικός συντελεστής των εργαζομένων για έναν μέσο έγγαμο εργαζόμενο με δύο παιδιά στην Ελλάδα ήταν 18,1% το 2021, που είναι ο 13ος υψηλότερος στον ΟΟΣΑ, όταν ο μέσος όρος διαμορφώνεται στο 13,1%. Αυτό σημαίνει ότι ένας μέσος έγγαμος εργαζόμενος με δύο παιδιά στην Ελλάδα είχε μισθό, μετά από φόρους και οικογενειακές παροχές, 81,9% του ακαθάριστου μισθού του, σε σύγκριση με το 86,9% του μέσου όρου του ΟΟΣΑ.
Στα αρνητικά κι ότι ο μέσος μισθός προ φόρων στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 0,4% το 2021, κάτι που συνέβη σε μόλις 8 από τις 38 χώρες της μελέτης μεταξύ των οποίων η Ιρλανδία, η Ολλανδία, η Νέα Ζηλανδία και η Κορέα.