Αντιμέτωποι με αυξήσεις στον ΕΝΦΙΑ οι οποίες θα φθάνουν έως και το 27,59% κινδυνεύουν να βρεθούν εκατομμύρια κάτοικοι 86 δήμων της Περιφέρειας Αττικής και της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης, καθώς και χιλιάδων δήμων της υπόλοιπης χώρας.
Στις περιοχές αυτές οι αντικειμενικές τιμές των ακινήτων κυμαίνονται σήμερα μεταξύ 600 και 1.000 ευρώ ανά τ.μ., αν γίνουν δεκτές οι εισηγήσεις των ιδιωτών εκτιμητών, σύμφωνα με τις οποίες στις περιοχές αυτές οι εν λόγω τιμές θα πρέπει να αυξηθούν κατά ποσοστά από 10% έως και 40%.
Πρόκειται κυρίως για περιοχές στις οποίες κατοικούν νοικοκυριά με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα και στις οποίες οι τιμές ζώνης (οι αντικειμενικές τιμές αφετηρίας) παρέμειναν σκόπιμα, για κοινωνικούς και πολιτικούς λόγους, χαμηλότερες των πραγματικών τιμών της κτηματαγοράς. Οι εκτιμητές φέρονται να έχουν εισηγηθεί για τις περιοχές αυτές αυξήσεις αντικειμενικών τιμών κατά 10% έως και 40%, ώστε από τα επίπεδα των 600 – 1.000 ευρώ ανά τ.μ. να κυμαίνονται πλέον πάνω από 750 και μέχρι 1.200 ευρώ ανά τ.μ.
Στις περιοχές αυτές, αν τελικά εγκριθούν οι προτεινόμενες αυξήσεις των αντικειμενικών τιμών κατά 10% – 40%, ο κύριος Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) θα αυξηθεί κατά ποσοστά τα οποία στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων θα υπερβαίνουν το 20% και θα φθάνουν μέχρι και το 27,59%, όπως προκύπτει από αναλυτικά παραδείγματα που παραθέτει σήμερα ο Ελεύθερος Τύπος.
Τιμές ζώνης (αντικειμενικές τιμές αφετηρίας) από 600 έως και 1.000 ευρώ το τ.μ. ισχύουν σήμερα σε 86 δήμους των περιοχών της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, καθώς και σε χιλιάδες άλλους δήμους της υπόλοιπης χώρας. Σε όλες αυτές τις περιοχές οι αυξήσεις των αντικειμενικών τιμών ζώνης θα έχουν ως συνέπεια την άνοδο σε υψηλότερο κλιμάκιο υπολογισμού του κύριου ΕΝΦΙΑ όπου ισχύει μεγαλύτερος συντελεστής προσδιορισμού του φόρου αυτού.
Συγκεκριμένα:
Σε όσες περιοχές ισχύουν σήμερα τιμές ζώνης από 600 έως 750 ευρώ, ο συντελεστής προσδιορισμού του κύριου ΕΝΦΙΑ ανέρχεται σε 2,8 ευρώ ανά τ.μ. Οι αυξήσεις που προτείνουν οι εκτιμητές θα ανεβάσουν τις τιμές σε επίπεδα άνω των 750 ευρώ, όπου στην κλίμακα υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ ισχύει συντελεστής φόρου 2,9 ευρώ ανά τ.μ. Συνεπώς στις περιοχές αυτές ο ΕΝΦΙΑ θα αυξηθεί κατά 3,57%, με εξαίρεση τις περιοχές όπου λόγω αύξησης της «ηλικίας» των ακινήτων ο συντελεστής παλαιότητας θα μειωθεί.
Σε όσες περιοχές ισχύουν σήμερα τιμές ζώνης από 750 έως 1.000 ευρώ, ο συντελεστής προσδιορισμού του κύριου ΕΝΦΙΑ ανέρχεται σε 2,9 ευρώ ανά τ.μ. Οι αυξήσεις που προτείνουν οι εκτιμητές θα ανεβάσουν τις τιμές σε επίπεδα άνω των 1.000 ευρώ (όχι όμως και υψηλότερα των 1.500 ευρώ), όπου στην κλίμακα υπολογισμού του κύριου ΕΝΦΙΑ ισχύει συντελεστής φόρου 3,7 ευρώ ανά τ.μ.
Συνεπώς στις περιοχές αυτές ο κύριος ΕΝΦΙΑ θα αυξηθεί κατά 27,59%. Σε πολύ λιγότερες περιπτώσεις, όπου λόγω αύξησης της «ηλικίας» των ακινήτων θα σημειωθεί μετάβαση σε χαμηλότερο συντελεστή παλαιότητας, οι αυξήσεις στον κύριο ΕΝΦΙΑ θα είναι μεταξύ 20% και 22%.
Η κυβέρνηση θα είναι πολύ δύσκολο να παρέμβει για να αποτρέψει τον κίνδυνο αύξησης του κυρίου ΕΝΦΙΑ για εκατομμύρια ιδιοκτήτες ακινήτων στις παραπάνω περιοχές, δεδομένου ότι, ταυτόχρονα, σε πολλές άλλες –ακριβές κυρίως– περιοχές, όπου οι πραγματικές τιμές έχουν υποχωρήσει πολύ πιο κάτω από τις αντικειμενικές, είναι υποχρεωμένη να αποδεχθεί σημαντικές μειώσεις στις αντικειμενικές τιμές των ακινήτων.
Κι αυτό διότι έχει δεσμευτεί στους δανειστές αφενός να εξομοιώσει τις αντικειμενικές με τις αγοραίες αξίες των ακινήτων παντού στη χώρα, αφετέρου να διατηρήσει στο επίπεδο των 2,65 δισ. ευρώ τις ετήσιες εισπράξεις από τον κύριο και τον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ.