Πριν την κρίση όλοι μιλούσαν για τη γενιά των 700 ευρώ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχόταν κατώτατο μισθό 751 ευρώ – Σήμερα παρά τις υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, οι νέοι στη χώρα μας εργάζονται για τα μισά λεφτά, με μισθούς κάτω από 400 ευρώ μεικτά.
Σε παρίες που δουλεύουν μόνο και μόνο για να πληρώνουν φόρους και να μην εισπράττουν επιδόματα μετέτρεψε τους εργαζόμενους η οικονομική πολιτική της τελευταίας τριετίας και ιδιαίτερα τους νέους. Ο κατώτατος μισθός μερικής απασχόλησης κατρακύλησε κατά 11%, δηλαδή κόπηκε ένας μισθός τον χρόνο!
Τα στοιχεία των Ταμείων και του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (με βάση τον Ιανουάριο για λόγους εποχικότητας και συγκρισιμότητας) αποκαλύπτουν ότι, αντί να αυξηθούν οι μισθοί, την τελευταία τριετία αυξάνονται μόνο οι φόροι – και κυρίως οι έμμεσοι που πλήττουν όλους, ανεξαρτήτως οικονομικής επιφάνειας. Οι εργαζόμενοι έχασαν πάνω κι από έναν ολόκληρο μισθό τον χρόνο.
Συγκεκριμένα:
Από 1.059,18 ευρώ που ήταν ο μέσος μισθός τον Ιανουάριο του 2014, τον Ιανουάριο του 2017 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΕΦΚΑ) είχε πέσει πλέον στα 956,34 ευρώ μεικτά. Η εξέλιξη αυτή διαμορφώθηκε από τις ασφυκτικές οικονομικές και πολιτικές καταστάσεις της περιόδου αυτής (τριπλές εκλογικές αναμετρήσεις τη διετία 2014-2015, δημοψήφισμα, απειλή Grexit, φυγή κεφαλαίων, capital controls κ.λπ.). Την τριετία αυτή ο μέσος μισθός κοβόταν 30-40 ευρώ τον χρόνο. Ετσι, οι εργαζόμενοι έχασαν πάνω από 100 ευρώ τον μήνα σε σχέση με το 2014 ή συνολικά 1.250 ευρώ τον χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι ενώ το 2014 ο μέσος εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα έπαιρνε 12.710 ευρώ τον χρόνο μεικτά, το 2017 βγάζει πλέον 11.476 ευρώ, δηλαδή έχασε ένα ολόκληρο μηνιάτικο που έπαιρνε ως το 2014.
Ειδικά οι εργαζόμενοι με ελαστικές μορφές απασχόλησης, που κυρίως είναι νέοι αλλά και ηλικιωμένοι που δεν μπορούν να βρουν σταθερή εργασία, έχασαν ακόμα περισσότερα. Το 2014 έπαιρναν 443,56 ευρώ μεικτά κατά μέσο όρο. Το 2017 ο μέσος μισθός έπεσε κάτω και από τα 400 ευρώ, στα 394,13 ευρώ. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στη διάρκεια του 2015, όπου οι εργαζόμενοι με ελαστικές μορφές απασχόλησης έχασαν 25 ευρώ τον μήνα ή πάνω και από μισό μισθό τον χρόνο (12 Χ 25 = 300 ευρώ ετησίως). Και συνολικά από το 2014 μέχρι το 2017, οι πιο φτωχοί εργαζόμενοι στη χώρα έχασαν 49,43 ευρώ, δηλαδή 600 ευρώ τον χρόνο ή σχεδόν ενάμιση μισθό ετησίως!
Μοναδικό φαινόμενο
Στην τελευταία τριετία όπου η Ευρωζώνη είχε βγει πια από την κρίση, γεγονός που έπρεπε να έχει συμπαρασύρει και την ελληνική οικονομία, μειώσεις μισθών παρατηρούνται μόνο στην Ελλάδα και πουθενά αλλού στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και «οι εργαζόμενοι φτωχοί» έγιναν θέμα δημοσιογραφικής έρευνας από το γερμανικό «Der Spiegel». Ανταποκριτής του περιοδικού μάλιστα ήταν εκείνος που χάλασε την αποχαιρετιστήρια επίσκεψη στην Αθήνα του Γερούν Ντάισελμπλουμ, στις 25 Σεπτεμβρίου, όταν πήρε το μικρόφωνο για να κάνει την τελευταία ερώτηση στο συνέδριο του Economist και είπε ευθέως στον απερχόμενο πρόεδρο του Eurogroup: «Καλά όσα λέτε για την πορεία και τις προοπτικές της Ευρωζώνης, αλλά πώς θα ζήσουν σήμερα οι νέοι στην Ελλάδα με 200 ή 300 ευρώ τον μήνα;». Φυσικά καταχειροκροτήθηκε από τους παριστάμενους στην κατάμεστη αίθουσα.
Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ απέφυγε να απαντήσει τότε, λέγοντας μόνο ότι πονάει και θλίβεται. Στην ερώτηση του «Spiegel» απάντησε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης, που μιλούσε στο ίδιο συνέδριο, λέγοντας ότι «όσο θα ανεβαίνει η ελληνική οικονομία και θα βελτιώνονται η παραγωγικότητα και οι δεξιότητες των νέων, τόσο θα ανεβαίνουν και οι μισθοί τους».
Απέφυγε έτσι να πέσει στην ευκολία να επαναλάβει την παλαιότερη εξαγγελία, ότι η κυβέρνηση θα αυξήσει «διά νόμου» τον κατώτατο μισθό 751 ευρώ στον ιδιωτικό τομέα. Και ενδεχομένως ευτυχώς αν σκεφτεί κανείς τι κατάληξη είχε εκείνη η εξαγγελία. Γιατί θα μπορούσε να αποτελέσει έως και αντικείμενο μελέτης στα οικονομικά πανεπιστήμια όλου του κόσμου κάποτε, πώς μπορούν τα 511 και τα 586 ευρώ του ελάχιστου μισθού, αντί για 751, να καταντήσουν μόλις 200 ή 300 ευρώ.
Θύματα εξαπάτησης
Μέχρι και πριν από δυόμισι χρόνια, ακόμα και μετά την εκλογή της σημερινής κυβέρνησης, κυριαρχούσε η εξαγγελία για «κατώτατο μισθό 751 ευρώ». Υπουργοί όπως ο κ. Πάνος Σκουρλέτης υπόσχονταν πως θα έχει γίνει πράξη μέχρι το καλοκαίρι του 2016. Εν έτει 2017, όμως, και ενώ τον Μάρτιο υπεγράφη νέα Εθνική Συλλογική Σύμβασης Εργασίας, ο κατώτατος μισθός παρέμεινε παγωμένος, καθώς η ελληνική οικονομία παρέμενε ακόμη σε ύφεση. Ηταν μονόδρομος να συμβεί αυτό λόγω των μνημονίων; Ενδεχομένως όχι, αν ληφθεί υπ’ όψιν τι συνέβη σε άλλες χώρες που βρέθηκαν επίσης σε πρόγραμμα διάσωσης. Οπως έχει επισημάνει μιλώντας σε συνέδριο για την εργασία η σημερινή διοικήτρια του ΟΑΕΔ και καθηγήτρια Οικονομικών της Εργασίας και της Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Μαρία Καραμεσίνη, «κατά τη διάρκεια της πρόσφατης οικονομικής κρίσης, ο κατώτατος μισθός πάγωσε σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. που πήραν δάνεια από διεθνείς θεσμούς. Σε όλες όμως ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε όταν έληξε η περίοδος του παγώματος. Εντέλει, σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. ο πραγματικός κατώτατος μισθός αυξήθηκε μεταξύ 2008 και 2016, με εξαίρεση την Ελλάδα, όπου καταβαραθρώθηκε και δεν εξασφαλίζει πλέον προστασία από τη φτώχεια, ενώ αποτελεί πλήγμα στην αξιοπρέπεια των νέων».
Την ίδια ώρα στην Ε.Ε. συζητείται η πρόταση για μία κοινή ευρωπαϊκή νόρμα σχετικά με το ύψος του κατώτατου μισθού στο 60% του διάμεσου μισθού κάθε οικονομίας, που μπορεί να βγάλει από τη φτώχεια περίπου 28.000.000 εργαζόμενους.
Ανεργία: 135.000 περισσότεροι σε 24 μήνες
Η κυβέρνηση επιχαίρει ότι λόγω της σταθεροποίησης της οικονομίας -αλλά και της μείωσης των μισθών- μειώθηκε η ανεργία, ενώ επιρρίπτει ευθύνη στις προηγούμενες κυβερνήσεις που θεσμοθέτησαν τις ελαστικές μορφές απασχόλησης.
Η μείωση όμως των ποσοστών της ανεργίας που επιτυγχάνεται με νέες μειώσεις μισθών, με μερική απασχόληση και με φυγή των νέων επιστημόνων στο εξωτερικό «δεν είναι ούτε ουσιαστική, ούτε συνδυάζεται με αύξηση μισθών. Aντιθέτως δημιουργεί μια νέα γενιά “φτωχών” εργαζομένων των 360 ευρώ, αποκλειστικό δημιούργημα του κ. Τσίπρα και της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ», επισημαίνει ο πρώην υπουργός Εργασίας και αρμόδιος τομεάρχης της Νέας Δημοκρατίας Γιάννης Βρούτσης, και συνεχίζει:
«Αρκεί να δει κανείς και να συγκρίνει από τα αδιάψευστα και απόλυτα ακριβή στοιχεία στην “Εργάνη” τη δραματική επιδείνωση στην αγορά εργασίας τη διετία 2015-2016 σε σύγκριση με τη διετία 2013-2014 που έχουμε στοιχεία. Οι πίνακες στα ετήσια τεύχη από την “Εργάνη” δείχνουν ότι τη διετία 2015-2016 οι εργαζόμενοι με αποδοχές κάτω από 500 ευρώ μεικτά (400 καθαρά) είναι περισσότεροι από την προηγούμενη διετία κατά 134.989».
Διεθνώς, πάντως, το πρόβλημα δεν εστιάζεται στην ύπαρξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Στόχος τους δεν είναι να υποκαταστήσουν τη δημιουργία ποιοτικών νέων θέσεων εργασίας με πλήρη και καλά αμειβόμενη απασχόληση, αλλά έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα και συνυπάρχουν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η απόλυτη κυριαρχία τους τα τελευταία 2 χρόνια σε βάρος των θέσεων πλήρους απασχόλησης. Τα στοιχεία της «Εργάνης» αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα της ιστορικής ανατροπής που συντελέστηκε σε βάρος των εργαζομένων. Το 2016 ο ρυθμός νέων προσλήψεων ανέκτησε τη δυναμική που είχε προτού καταλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία, αλλά το 2013 η πλήρης απασχόληση κυριαρχούσε με 63,73% (έναντι 36,27% των ευέλικτων μορφών απασχόλησης), ενώ τον Ιούλιο του 2017 οι ευέλικτες μορφές εκτινάχθηκαν στο 54,26%, σε βάρος της πλήρους απασχόλησης που κατέρρευσε στο 45,74%.
Τέσσερις ιστορίες με «εργαζόμενους φτωχούς»
Βασίλης Κεφαλάς
34 ετών, διανομέας πίτσας
«€4 την ώρα, ενώ πληρώνω και το μηχανάκι»
«Ημουν φοιτητής σε σχολή μηχανικών αυτοκινήτων, δουλεύω όμως ντελίβερι εδώ και 13 χρόνια, 36 ώρες την εβδομάδα -συνήθως σε βάρδιες εκτός κανονικού ωραρίου. Παίρνω 4 ευρώ την ώρα, αλλά πληρώνω από την τσέπη μου τη βενζίνη και τα σέρβις για το μηχανάκι. Και δεν έχω ασφάλιση. Το αφεντικό μου πληρώνει μόνο ένα μέρος της ασφαλιστικής εισφοράς. Και με όλα αυτά, όμως, είμαι από τους τυχερούς. Δεν είμαι αναγκασμένος να δουλεύω “μαύρα” όπως κάνουν τρεις στους τέσσερις από τους συναδέλφους που δουλεύουν κούριερ. Αλλά ζω μόνος και δεν έχω καμία τύχη να κάνω οικογένεια. Τα λεφτά που παίρνω φτάνουν μόνο για τα απολύτως απαραίτητα».
Στελλίνα Αντωνίου
24 ετών, μπαργούμαν στο ΚΘΒΕ
Πώς ζεις με 240 ευρώ τον μήνα
«Εχω σπουδάσει Ελληνική Φιλολογία και Λογοτεχνία, αλλά επί του παρόντος δεν γίνονται προσλήψεις εκπαιδευτικών στα δημόσια σχολεία. Η μόνη δουλειά που κατάφερα να βρω είναι στο εστιατόριο του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Παίρνω 240 ευρώ τον μήνα στο χέρι. Εργάζομαι τρεις ημέρες την εβδομάδα, πολλές φορές έως και 12 ώρες. Συγκατοικώ με μια φίλη μου. Είναι 22 ετών και ο μισθός της είναι περίπου ίδιος με τον δικό μου. Τα χρήματα μάς φτάνουν ίσα-ίσα για να αγοράζουμε τρόφιμα και να μοιραζόμαστε ένα πακέτο τσιγάρα. Οταν έχουμε λεφτά εξοφλούμε τους λογαριασμούς μας, πάντα όμως η προτεραιότητά μας είναι να πληρώνουμε για τη θέρμανση. Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα δεν έχουμε πλέον δικαιώματα, κάποιος είναι ευχαριστημένος ακόμη και εάν παίρνει ψίχουλα. Ξεκινάς με θέσεις εργασίας μερικής απασχόλησης όσο είσαι φοιτητής, για το χαρτζιλίκι. Και ξαφνικά, μια μέρα συνειδητοποιείς ότι αυτή είναι η δουλειά μου, η ύπαρξή μου».
Γιώργος Γεωργιάδης
27 ετών, καθηγητής Αγγλικών στονιδιωτικό τομέα
Δουλειά για 7 μήνες χωρίς ασφάλιση
«Εργάζομαι 25 ώρες την εβδομάδα, αλλά επισήμως φαίνεται ότι ο εργοδότης μου με πληρώνει μόνο για 15 προκειμένου να γλιτώνει τις ασφαλιστικές εισφορές και να μην είναι υποχρεωμένος να με αντιμετωπίζει ως εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης. Η αμοιβή μου είναι 500 ευρώ τον μήνα, αλλά μόνο για 9 από τους 12 μήνες του χρόνου. Οπότε στην πραγματικότητα παίρνω 375 ευρώ τον μήνα. Νιώθω τριπλά χαμένος: δεν έχω πλήρη ασφάλιση, δεν παίρνω υπερωρίες ή επιπλέον αμοιβή όταν δουλεύω αργίες και δεν θα πάρω καν ολόκληρο το επίδομα ανεργίας εάν χάσω τη δουλειά μου. Μένω με την αδελφή μου που είναι δασκάλα σε δημόσιο σχολείο. Πολλές φορές δεν έχουμε λεφτά για να βγάλουμε τον μήνα – αλλά τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι και χειρότερα. Από τους φίλους που έχω από το πανεπιστήμιο μόνο οι τρεις στους δέκα έχουν βρει μόνιμη δουλειά ως καθηγητές. Οι τρεις έφυγαν από την Ελλάδα και οι άλλοι παλεύουν να τα βγάλουν πέρα κάνοντας άσχετες δουλειές».
Μάρκος Καρύδης 30 ετών,
υπάλληλος σε φαστ φουντ
«Μένω ακόμη με τη μητέρα μου»
«Είμαι απόφοιτος ΤΕΦΑΑ αλλά δεν βρήκα δουλειά ως γυμναστής. Οι συνθήκες δουλειάς στα φαστ φουντ είναι άθλιες. Οι μισοί από τους συναδέλφους μου αναγκάζονται να δουλεύουν ανασφάλιστοι. Ενα φεγγάρι είχαμε στο μαγαζί δίδυμα αδέλφια και το αφεντικό ασφάλιζε μόνο τον έναν από τους δύο. Δουλεύω 40 ώρες την εβδομάδα και παίρνω 490 ευρώ τον μήνα. Δεν μου πληρώνουν υπερωρίες, ούτε κάτι επιπλέον αν δουλέψω Χριστούγεννα ή αργίες. Η εκμετάλλευση των εργαζομένων είναι ακόμη πιο άγρια σε μικρές επιχειρήσεις. Μας παρακολουθούν διαρκώς με κάμερες. Μένω ακόμη με τη μητέρα μου γιατί δεν υπάρχει καμία περίπτωση με τον μισθό μου να νοικιάσω δικό μου διαμέρισμα. Μαζί με τη μαμά μου με το ζόρι καταφέρνουμε να πληρώσουμε τις δόσεις του στεγαστικού δανείου για το σπίτι. Τα λεφτά σπάνια μας φτάνουν για περισσότερο από τις πρώτες δύο εβδομάδες του μήνα».