Οι φετινές ομιλίες του Πρωθυπουργού και του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης σηματοδοτούν, το τέλος μια εποχής και την απαρχή μιας νέας.
Όπως σχολιάζει ο ΣΕΒ στο καθιερωμένο εβδομαδιαίο δελτίο του, όλοι πλέον συνειδητοποιούν ότι υπάρχουν δεσμευτικοί περιορισμοί στην άσκηση οικονομικής πολιτικής, καθώς η χώρα επιβάλλεται να επανέλθει στις αγορές με την ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής τον Αύγουστο του 2018. Έτσι, μετριάζουν, κατά το δυνατόν, τις εξαγγελίες τους και αναφέρονται όλο και εντονότερα στις αναπτυξιακές επιλογές που ανοίγονται για τη χώρα μας.
Η διαδικασία μετάβασης από το παλιό στο νέο δεν είναι στιγμιαία. Θα έχει διάρκεια και θα υπάρξουν αναταράξεις στην πορεία, που θα φέρουν αλλαγές στον τρόπο που οι πολιτικές ηγεσίες συνδιαλέγονται με την κοινωνία, πέρα από το απλοϊκό δίπολο αριστερά- δεξιά, αλλά στη βάση αποτελεσματικών λύσεων στα προβλήματα.
Ο κόσμος έχει αρχίσει να κατανοεί ότι αυτό που έχει σημασία δεν είναι τι λες αλλά τι κάνεις και με τι αποτέλεσμα. Τώρα πλέον όλοι αναφέρονται στις επενδύσεις που θα φέρουν δουλειές και την πολυπόθητη ανάπτυξη. Ο Πρωθυπουργός περιγράφει μια διαδικασία κυρίως μέσω κρατικών παρεμβάσεων, κοινοτικών ενισχύσεων, εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης, ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης στο δημόσιο -κατ’ εξοχήν- αλλά και στον ιδιωτικό τομέα κοκ., που θα αυξήσουν την οικονομική δραστηριότητα και θα μειώσουν την ανεργία.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πόσο ισχυρή είναι η επενδυτική δραστηριότητα και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μέσω της κρατικής παρέμβασης. Αντίθετα, ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης εστιάζει στην εκτίναξη των ιδιωτικών επενδύσεων μέσα από τη μείωση της υπερφορολόγησης και την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που διαμορφώνουν ένα φιλικό προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλον, καθώς και στη βελτίωση της παιδείας και της επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά και των εργασιακών σχέσεων με την απεξάρτηση του εργατικού συνδικαλισμού από κομματικές πατρωνείες.
Το ερώτημα που τίθεται στη δική του περίπτωση είναι πόσο γρήγορα μπορεί να δημιουργηθεί ο αναγκαίος δημοσιονομικός χώρος για τη μείωση των φορολογικών συντελεστών που υπόσχεται, καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι οι στόχοι που έχουν συμφωνηθεί με τους εταίρους μας για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα είναι δεσμευτικά μέχρι το 2023. Επίσης σε ποιο βαθμό θα ανταποκριθούν οι επενδυτές, δεδομένου ότι οι στρεβλώσεις και η προσοδοθηρία είναι βαθιά ριζωμένες και η άρση τους πολιτικά δύσκολη. Και οι δυο πλευρές θεωρούν καταλυτική τη μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα (είτε μέσω διευθέτησης του χρέους κατά την κυβέρνηση, είτε μέσω συμφωνίας με τους δανειστές με την εφαρμογή ρήτρας μεταρρυθμίσεων κατά την αντιπολίτευση), ως προαπαιτούμενο για την εφαρμογή της αναπτυξιακής τους πολιτικής.
Προβληματίζει, τέλος, η διαπίστωση ότι καμιά από τις δύο ομιλίες δεν αναλύει σε μεγαλύτερο βάθος εναλλακτικά σενάρια διαχείρισης του ασφαλιστικού ζητήματος της χώρας, ενδεικτικό της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να αρθρώσει λόγο για την επίλυση του μεγαλύτερου προβλήματος της ελληνικής οικονομίας, ενόψει της γήρανσης του πληθυσμού και των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων, αλλά και της ανάγκης εξυπηρέτησης ενός δυσθεώρητου χρέους.
Βέβαια ο Αρχηγός τηςΑξιωματικής Αντιπολίτευσης, μίλησε για βόμβα αναφερόμενος στο δημογραφικό-ασφαλιστικό που πρέπει να διαχειριστούμε, χωρίς όμως να προτείνει κάποια λύση στη διαχείριση του πιεστικού αυτού προβλήματος. Είναι βέβαια προφανές ότι σε όλα αυτά τα αδιέξοδα, απάντηση μπορεί να δώσει μόνο μια καλπάζουσα ανάπτυξη που απαιτεί την απελευθέρωση των αγορών, την εξάλειψη της προσοδοθηρίας «ευγενών» ομάδων στον πληθυσμό και τη διάχυση των δυνάμεων του διεθνούς ανταγωνισμού στην οικονομία. Η χώρα δεν έχει τίποτα να χάσει, παρά μόνο τις αλυσίδες της.