Οι επιβάτες πτήσεων που έχουν καθυστέρηση τουλάχιστον τριών ωρών δικαιούνται αποζημίωσης εκ μέρους των αεροπορικών εταιρειών, εκτός αν η καθυστέρηση οφείλεται σε «εξαιρετικές συνθήκες», δήλωσε σήμερα ο γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Ο γενικός εισαγγελέας του Δικαστηρίου του Λουξεμβούργου Ιβ Μποτ είχε κληθεί να αποφανθεί σχετικά με μια προηγούμενη απόφαση του Δικαστηρίου που εξομοίωνε τους επιβάτες πτήσεων που έχουν καθυστέρηση με τους επιβάτες πτήσεων που ματαιώνονται, σε ό,τι αφορά το δικαίωμά τους σε αποζημίωση. Η απόφαση αυτή, που είχε εκδοθεί το Νοέμβριο του 2009, είχε αμφισβητηθεί από πολλές αεροπορικές εταιρείες.
Κανένας λόγος δεν δικαιολογεί να υπαναχωρήσει το Δικαστήριο στην ερμηνεία του, απάντησε ουσιαστικά ο Μποτ στις αεροπορικές εταιρείες.
Συνεπώς «οι επιβάτες πτήσεων που έχουν καθυστέρηση μπορούν να επικαλούνται το δικαίωμά τους σε αποζημίωση όταν υφίστανται, εξαιτίας της καθυστέρησης μιας πτήσης, απώλεια χρόνου ίση ή μεγαλύτερη των τριών ωρών, δηλαδή όταν φτάνουν στον τελικό προορισμό τους τρεις ώρες ή περισσότερο μετά την ώρα άφιξης που προβλεπόταν αρχικά από τον αερομεταφορέα», υπογράμμισε ο Μποτ.
Η άποψη του γενικού εισαγγελέα δεν είναι δεσμευτική, όμως στο 80% των υποθέσεων, οι δικαστές του Λουξεμβούργου την ακολουθούν.