Σε σοβαρό πρόβλημα για πολλές υγιείς και συνεπείς επιχειρήσεις, που αδυνατούν να εισπράξουν μεγάλα οφειλόμενα ποσά από τους συνεργάτες τους, έχει μετατραπεί η καταχρηστική επίκληση του άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα από ολοένα περισσότερους επιχειρηματίες, οι οποίοι αναζητούν σε αυτό ασυλία από τους πιστωτές τους.
Στην παραπάνω διαπίστωση καταλήγει, σε επιστολή προς τον υπουργό Ανάπτυξης, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, η διοίκηση του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), υπογραμμίζοντας ότι «πολλές από τις επιχειρήσεις, που υπάγονται στο άρθρο 99 χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη ευχέρεια ως παράθυρο αποφυγής των συνεπειών του νόμου».
«Πέρα από το θέμα της ποινικής ασυλίας για χρέη προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, ο χρόνος των τεσσάρων ετών που δίνει ο νομοθέτης για να μπορέσει μια εταιρία να επανακάμψει μετά την αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99 είναι υπερβολικά μεγάλος, όταν η αντίστοιχη διαδικασία σε άλλες χώρες δεν ξεπερνάει τους ελάχιστους μήνες», σημειώνει ο ΣΕΒΕ και υποστηρίζει ότι το άρθρο «δημιουργεί αθέμιτο εσωτερικό ανταγωνισμό μεταξύ των συνεπών και ασυνεπών επιχειρήσεων απέναντι σε υποχρεώσεις τους στο δημόσιο και όχι μόνο».
Όπως τονίζεται στην επιστολή, «ο ΣΕΒΕ δεν είναι αντίθετος σε όποια δυνατότητα δίδεται σε μια επιχείρηση για τη διάσωσή της. Πιστεύει όμως ότι το υπουργείο θα πρέπει να προχωρήσει σε μια συνολική επανεξέταση του ισχύοντος πλαισίου που έχει εξελιχθεί σε μια κακή ‘’μόδα’’ ώστε να γίνει αυστηρότερο, θέτοντας, μεταξύ άλλων, ως προϋπόθεση πρόσθετες εγγυήσεις (εμπράγματες, κ.λ.π.). Τα όποια μέτρα ληφθούν θα πρέπει να συμπεριλάβουν και τις επιχειρήσεις που έχουν ήδη υπαχθεί στο καθεστώς εξυγίανσης του άρθρου 99», τονίζει.
Ενδεικτικά και πέρα από το προαναφερθέν θέμα της μείωσης του χρόνου της τετραετίας, ο ΣΕΒΕ προτείνει με την υπαγωγή μιας επιχείρησης στο άρθρο 99, ακόμη και με προσωρινή διαταγή, να θεωρούνται οι πωλήσεις προς αυτή μη εισπράξιμες. Επίσης, αν δίδεται η δυνατότητα στους πιστωτές της να εντάξουν τα αξιόγραφα (επιταγές, συναλλαγματικές, κ.λ.π.) επί των πωλήσεων στις επισφαλείς απαιτήσεις και να μην αποδίδεται ΦΠΑ επί των επίμαχων τιμολογίων. «Αν και όταν αυτές οι απαιτήσεις εισπραχθούν, τότε τα αντίστοιχα ποσά θα προστίθενται στα φορολογητέα έσοδα», καταλήγει η πρόταση του ΣΕΒΕ.
ΠΗΓΗ: Καθημερινή