Στις 23 Ιουλίου 2018, η Ελλάδα βίωσε μία από τις φονικότερες πυρκαγιές στην ιστορία της, με την τραγωδία στο Μάτι Αττικής να αφήνει πίσω της σκηνές απόλυτης καταστροφής και 104 νεκρούς, μεταξύ των οποίων και παιδιά.
Οι συνθήκες που επικρατούσαν την ημέρα εκείνη, με θερμοκρασίες υψηλές και ανέμους που έφταναν τα 120 χιλιόμετρα την ώρα, έκαναν το έργο της πυροσβεστικής εξαιρετικά δύσκολο ενώ η έλλειψη συντονισμού δεν βοήθησε καθόλου. Κάτοικοι και επισκέπτες έμειναν παγιδευμένοι, χωρίς περιθώρια διαφυγής και 104 άτομα, μεταξύ των οποίων παιδιά, κάηκαν ζωντανά ή πέθαναν από έλλειψη οξυγόνου και άλλες επιπλοκές ενώ άλλοι τραυματίστηκαν.
Η πυρκαγιά στο Μάτι άφησε ανεξίτηλα σημάδια στις ψυχές των ανθρώπων που έζησαν τον εφιάλτη αλλά και σε όλους όσους τον παρακολούθησαν. Εκτός από τις ανθρώπινες απώλειες, η φωτιά κατέστρεψε χιλιάδες σπίτια και άφησε πίσω της εκτεταμένες περιβαλλοντικές ζημιές.
Ο κακός σχεδιασμός, οι λάθος χειρισμοί, οι συγχύσεις στις επικοινωνίες του συντονιστικού κέντρου, οι ασαφείς οδηγίες, οι λανθασμένες προβλέψεις για τους ανέμους και οι κακές επικοινωνίες με τους πολίτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην τραγική κατάληξη της πυρκαγιάς. Σφοδρή κριτική δέχθηκε επίσης η κυβέρνηση για τη σύντομη και επιφανειακή ενημέρωση που έγινε σε ζωντανή μετάδοση καθώς και για το γεγονός ότι παρόλο που οι αρμόδιοι γνώριζαν ήδη για τους νεκρούς δεν ήταν απόλυτα σαφείς και ειλικρινείς απέναντι στο κοινό.
Η δίκη για την απόδοση ευθυνών συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, ενώ έξι χρόνια μετά κανείς δεν έχει ξεχάσει αυτήν την τραγωδία που κόστισε τη ζωή δεκάδων ανθρώπων, μεταξύ των οποίων και μικρά παιδιά.