Το παραδοσιακό φαγητό της ημέρας του Ευαγγελισμού (25 Μαρτίου), ένα ημερολογιακό γεγονός που σήμερα έχει διπλή σημασία για τον Ελληνισμό λόγω της συμπτύξεως με τον εορτασμό της Επανάστασης του 1821, είναι ο μπακαλιάρος με σκορδαλιά.
Η εξήγηση για αυτήν τη γευστική παράδοση είναι απλή και συνδέεται κυρίως με την ανεπάρκεια των κατοίκων της ενδοχώρας να έχουν άμεση και οικονομική πρόσβαση σε φρέσκο ψάρι.
Αν και ο μπακαλιάρος δεν είναι ένα ψάρι της ελληνικής θάλασσας, καθώς κυρίως βρίσκεται στο βορειοανατολικό Ατλαντικό, η δυνατότητά του να παστώνεται τον καθιστά ένα φθηνό και εύκολα συντηρήσιμο τρόφιμο.
Ο μπακαλιάρος εισήλθε στην ελληνική κουζίνα γύρω στον 15ο αιώνα και γρήγορα εξελίχθηκε σε εθνικό φαγητό της 25ης Μαρτίου, καθώς εκτός από τα νησιά, το φρέσκο ψάρι ήταν πολυτέλεια για τους φτωχούς κατοίκους της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Έτσι, ο παστός μπακαλιάρος, που δεν απαιτούσε ιδιαίτερη συντήρηση, αποτέλεσε την εύκολη και οικονομική λύση για τη διατροφή, ένα έθιμο που διατηρείται μέχρι σήμερα.
Η σκορδαλιά με την μακρά ιστορία
Στα Επτάνησα η σκορδαλιά είναι γνωστή και ως αλιάδα ή αγιάδα, εμπνευσμένη από τη βενετική γλώσσα (agliata στα σύγχρονα ιταλικά). Η λέξη «σκορδαλιά» προέρχεται από τη συνάντηση των λέξεων «σκόρδο» και «αλιάδα» που οδήγησε στον τύπο σκορδαλιάδα και στη συνέχεια στον όρο «σκορδαλιά».
Η ύπαρξη του σκόρδου ως σημαντικού συστατικού στην αρχαία κουζίνα είναι γνωστή, ενώ η φράση «σκορδαλιά χωρίς σκόρδο» χρησιμοποιείται για να υποδείξει την έλλειψη του κύριου συστατικού.
Το σκόρδο, το Allium sativum, παρά την καταγωγή του από την Κεντρική Ασία, χρησιμοποιείται στην ελληνική κουζίνα από αρχαίες εποχές, ενώ στην αρχαιότητα αποτελούσε βασικό στοιχείο της διατροφής, ειδικά για τους φτωχούς και τους στρατιώτες.