Μετά από έρευνα περίπου ενός έτους το γραφείο των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων της Αθήνας εντόπισε ποινικές ευθύνες σε βάρος συγκεκριμένων προσώπων που συνδέονται με τη σύμβαση 717 που αφορά στην αναβάθμιση του συστήματος σηματοδότησης -τηλεδιοίκησης στο ελληνικό σιδηροδρομικό δίκτυο και οι παραλείψεις στην εκτέλεσή της συνδέονται με το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη και εκτιμάται ότι από την μη εκτέλεσή της ζημίωσε το ελληνικό δημόσιο και την ευρωπαϊκή ένωση πάνω από 15 εκατομμύρια ευρώ.
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία προχώρησε στην άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος 23 προσώπων, 18 εκ των οποίων είναι δημόσιοι υπάλληλοι, για σειρά κακουργηματικών πράξεων μεταξύ των οποίων απάτη, απιστία, ψευδή βεβαίωση ,με σκοπό τον παράνομο προσπορισμό οφέλους , ηθική αυτουργία στην απάτη και τις ψευδείς βεβαιώσεις.
Μετά την παροχή εξηγήσεων που έδωσαν με την ιδιότητα του υπόπτου τα πρόσωπα που φέρονται να εμπλέκονται στην υπόθεση ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος:
* 14 δημοσίων υπαλλήλων της ΕΡΓΟΣΕ, για απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις. Δύο εξ αυτών κατηγορούνται, επίσης, για ψευδή βεβαίωση με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον·
* 4 δημοσίων υπαλλήλων της Ελληνικής Διαχειριστικής Αρχής του Επιχειρησιακού Προγράμματος Υποδομών Μεταφορών, Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΥΔ/ΕΠ-ΥΜΕΠΕΡΑΑ), για απιστία κονδυλίων·
* 5 νομίμων εκπροσώπων και υπαλλήλων της Αναδόχου Κοινοπραξίας, για ηθική αυτουργία σε απάτη σχετική με τις επιχορηγήσεις και ηθική αυτουργία σε ψευδή βεβαίωση με σκοπό τον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους σε άλλον.
Από την εισαγγελική έρευνα φαίνεται να προκύπτει Τα αποδεικτικά στοιχεία πλημμελή εκτέλεση της επίμαχης σύμβασης .
Ειδικότερα, οι κατηγορίες αφορούν στην εκτέλεση της Σύμβασης για την αποκατάσταση του Συστήματος Σηματοδότησης-Τηλεδιοίκησης του σιδηροδρομικού τμήματος Αθήνα-Θεσσαλονίκη-Προμαχώνας, η οποία υπεγράφη το 2014, με χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2016 – γνωστή ως «Σύμβαση 717″. Το 2019 υπογράφηκε Συμπληρωματική Σύμβαση σχετικά με το ίδιο έργο, με την οποία τροποποιήθηκε το αρχικό φυσικό αντικείμενο της Σύμβασης 717. Η Συμπληρωματική Σύμβαση προέβλεπε την κατασκευή ενός εντελώς νέου συστήματος Σηματοδότησης με νέες μονάδες τηλεμετρίας, ώστε να είναι δυνατή η επικοινωνία και η μετάδοση δεδομένων μεταξύ των σιδηροδρομικών σταθμών, καθώς και από τους σιδηροδρομικούς σταθμούς στα κέντρα ελέγχου.
Οι δύο Συμβάσεις συγχρηματοδοτήθηκαν από το Ταμείο Συνοχής της Ε.Ε., στο πλαίσιο του προγράμματος «Εκσυγχρονισμός Σηματοδότησης-Τηλεδιοίκησης και εγκατάσταση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Ελέγχου Αμαξοστοιχιών (ETCS)», με την συνεισφορά της Ε.Ε. να ανέρχεται σε ποσοστό 85%.
Σύμφωνα με την έρευνα, χορηγήθηκαν συνολικά επτά παράνομες παρατάσεις της αρχικής Σύμβασης, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΡΓΟΣΕ. Για τον λόγο αυτό, μετά την πάροδο περισσότερων από εννέα ετών από την υπογραφή της Σύμβασης 717, το έργο δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί.
Με βάση τα στοιχεία που συγκέντρωσαν οι εισαγγελικές αρχές εικάζεται από ότι οι υπάλληλοι της Διαχειριστικής Αρχής, που ήταν υπεύθυνοι για την διαχείριση των κονδυλίων, ενήργησαν κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διαχείρισης αυτών των περιουσιακών στοιχείων. Κατά την εκτίμηση, μάλιστα, των εισαγγελικών λειτουργών παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία που υπέβαλαν οι υπάλληλοι της ΕΡΓΟΣΕ ήταν προδήλως μη ορθά και ελλιπή, οι δημόσιοι υπάλληλοι της Διαχειριστικής Αρχής ενέκριναν την χορήγηση των αντίστοιχων ενισχύσεων, προκαλώντας ζημία στα οικονομικά συμφέροντα της Ε.Ε. και του Ελληνικού Δημοσίου ύψους άνω των 15,6 εκατ. ευρώ.
Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία διαβίβασε στον αρμόδιο Έλληνα εισαγγελέα αντίγραφο της δικογραφίας προκειμένου να ερευνηθεί η τυχόν τέλεσης της πράξης της παράβασης καθήκοντος από τους Επιθεωρητές-Ελεγκτές της Ελληνικής Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ) της Ελλάδας, στους οποίους ανατέθηκε από τις εθνικές Εισαγγελικές Αρχές η διενέργεια ελέγχου σχετικά με την εκτέλεση της Σύμβασης 717. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποφάσισε να παραπέμψει τη νέα αυτή υπόθεση στις αρμόδιες ελληνικές αρχές, για τις δικές τους περαιτέρω νόμιμες ενέργειες, καθώς τα πραγματικά περιστατικά που αποτελούν το αντικείμενο της νέας αυτής έρευνας δεν συνιστούν ποινικό αδίκημα εμπίπτον στην αρμοδιότητα του EPPO.
Η δικαστική έρευνα ανατέθηκε στην ευρωπαία ανακρίτρια στην Ελλάδα Χριστίνα Σαλάππα ενώ ήδη από το περασμένο καλοκαίρι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ως όφειλε είχε διαβιβάσει στη Βουλή τη δικογραφία αναφορικά με τα πολιτικά πρόσωπα.