«Υπάρχει ένα όριο προσωπικής ευθύνης. Το γεγονός ότι μπορεί κάποιος να κάνει χρήση μίας δυνατότητας που έχει, δεν σημαίνει ότι πρέπει και να την κάνει, ανεξαρτήτως συγκυρίας και συνθηκών» δήλωσε ο αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου, υπουργός Επικρατείας, βουλευτής Α’ Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ, Χριστόφορος Βερναρδάκης, στο «Πρακτορείο 104,9 FM», σχετικά με τις προσφυγές πρώην βουλευτών στα δικαστήρια, για την εξίσωση των αποδοχών τους με αυτές του προέδρου του Αρείου Πάγου, αναδρομικά από το 2009 και μετά.
«Κάποιοι το έκαναν. Θεωρητικά ακολουθούν κατά γράμμα μία δυνατότητα που έχουν, αλλά κατά τη γνώμη μου δε θα έπρεπε να κινηθούν σε αυτή την κατεύθυνση, καθώς είναι κάτι το οποίο στις συνθήκες των τελευταίων ετών δίνει πολύ κακό σήμα στην κοινωνία. Και οι ίδιοι θα έπρεπε να έχουν αυτοπεριοριστεί» επισήμανε ο κ. Βερναρδάκης, εξηγώντας πως είναι «άλλο να έχω το δικαίωμα και να μην κάνω χρήση και άλλο να κάνω κατάχρηση κάποιων δικαιωμάτων, ανεξαρτήτως των συνθηκών».
Σχολιάζοντας την ανακοίνωση της ΝΔ, ότι «βάσει του νόμου 4387/2016, γνωστού και ως νόμου Κατρούγκαλου, που καταψήφισε η Νέα Δημοκρατία, αλλά έγινε νόμος του Κράτους από την Κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, πρώην βουλευτές που έχουν συνταξιοδοτηθεί, νομιμοποιούνται να αξιώσουν αναδρομικά αποζημιώσεις από το Δημόσιο» ο κ. Βερναρδάκης σημείωσε: «Ο νόμος άνοιξε τη δυνατότητα, αλλά δεν ήταν ειδικά, δεν ήταν ένας φωτογραφικός νόμος ο οποίος προσδιορίζει αυτούς τους 110 πρώην βουλευτές […] Δεν μπαίνω στη διαδικασία σε ποιον ανήκουν οι βουλευτές, από τα κόμματα που είχαν το 95% των εδρών του κοινοβουλίου τις δεκαετίες του ’90 και του 2000. Η αντιπαράθεση αυτή είναι άγονη, η ουσία είναι ότι δεν μπορεί να εφαρμοστεί κάτι τέτοιο, ειδικά στη σημερινή συγκυρία».
Σε ό,τι αφορά την έναρξη των συζητήσεων του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης με τους επικεφαλής των θεσμών για την τρίτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος ο υπουργός Επικρατείας εκτίμησε πως τα εκκρεμή ζητήματα «θα πρέπει να έχουν κλείσει μέχρι το τέλος του χρόνου, σε όποιες ρυθμίσεις και διαπραγματεύσεις πρέπει να γίνουν, καθώς είναι κάτι το οποίο θέλουν και οι θεσμοί».