Ένα από τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες στο νέο τόπο διαμονής τους είναι η μη αναγνώριση, λόγω νομικών εμποδίων, της επαγγελματικής κατάρτισης που φέρουν από τη χώρα προέλευσής τους. Στην αντιμετώπιση αυτής της «χαμένης γνώσης» εστιάζεται η δράση του «Σιωπηλού Πανεπιστημίου» (Silent University), το οποίο από το 2012 έχει εγκαταστήσει δομές σε διάφορα μέρη του κόσμου οργανώνοντας και δίνοντας ώθηση στη μόρφωση και τις ικανότητες που φέρνουν μαζί τους αυτοί οι άνθρωποι, με κερδισμένους όλους, ντόπιους και ξένους.
Οι άνθρωποι στο «Σιωπηλό Πανεπιστήμιο» αντιλαμβάνονται την προσφυγιά όχι ως ταυτότητα θυματοποίησης και αδυναμίας, αλλά, αντίθετα ως δυναμικό στοιχείο των κοινωνιών.
Μηχανολόγοι, κινηματογραφιστές, χορευτές, γιατροί, ψυχολόγοι, τεχνικοί υπολογιστών, επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι, φωτογράφοι, αρχιτέκτονες, μάγειρες, καλλιτέχνες, δάσκαλοι και πολλοί άλλοι από κάθε μεριά τις γης συναντιούνται, παραδίδουν σεμινάρια και δουλεύουν ως ερευνητές και σύμβουλοι στα τμήματα του «Σιωπηλού Πανεπιστήμιου», στο Λονδίνο, τη Στοκχόλμη, το Αμάν, το Αμβούργο και πρόσφατα στο Μούλχαϊμ, μια μικρή πόλη της Γερμανίας.
Η Πελίν Ταν (Pelin Tan) είναι καθηγήτρια Τέχνης και Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Αρτουκολού στο Μάρντιν της Νοτιοανατολικής Τουρκίας, κοντά στα σύνορα με τη Συρία και συνεργάζεται με το «Σιωπηλό Πανεπιστήμιο». Εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως σκοπός του «Σιωπηλού Πανεπιστημίου» είναι να αμφισβητήσει πως η προσφυγιά αποτελεί παθητική κατάσταση, εξαιτίας της διαδικασίας «σιωπής» που επιβάλλεται στους πρόσφυγες, λόγω της αίτησης ασύλου που εκκρεμεί, αλλά επισημαίνει πως μπορεί να αποτελέσει ενεργητική προοπτική διάδοσης γνώσεων και δημιουργίας συνεργασιών. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε, πως ακόμα και άτομα με διαβατήριο που βρίσκονται στη χώρα τους, δηλαδή οι ντόπιοι, είναι σε επισφαλή θέση αυτόν τον καιρό», υπενθυμίζει η κ. Ταν. Παράλληλα, μέσα από το εγχείρημα, αποκαλύπτεται η αποτυχία του συστήματος που κρατά στη «σιωπή» όλο αυτόν τον πλούτο των ανθρώπων.
Οι καθηγητές και οι σύμβουλοι του Πανεπιστημίου πληρώνονται κανονικά για κάθε εκδήλωση, μάθημα ή διάλεξη, αναφέρει η κ. Ταν.
Το «Σιωπηλό Πανεπιστήμιο», λειτουργεί, παράλληλα, ως μια αυτόνομη πλατφόρμα ανταλλαγής γνώσεων, αποτελεί και κόμβο επικοινωνίας μεταξύ μεταναστών και προσφύγων ανά τον κόσμο. «Σε κάθε πόλη και κάθε χώρα υπάρχουν δομές, που ασχολούνται είτε με ειδικά θέματα, όπως νομική βοήθεια, είτε με γενικότερα ζητήματα. Η ανταλλαγή γνώσεων ενισχύει αυτές τις αυτοοργανωμένες υποκειμενικότητες, καθώς πολλές ομάδες, δεν γνωρίζουν η μια την άλλη», αναφέρει η κ. Ταν. Για παράδειγμα, στα Χανιά της Κρήτης, υπάρχει μια αρκετά δραστήρια ομάδα προσφύγων, στο Λιντς της Αυστρίας, μια ομάδα εκδίδει εφημερίδα και ασχολείται με τη γυναικεία εργασία, στην Δυτική Όχθη της Παλαιστίνης το Campus in Camps (Πανεπιστημιούπολη στους Καταυλισμούς), στον προσφυγικό καταυλισμό του Dheisheh, έχει δημιουργήσει ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα, βασισμένο στα ενδιαφέροντα και τη συμμετοχή των κατοίκων.
«Ο καθένας μπορεί να συνεργαστεί μαζί μας στη δημιουργία μιας βάσης του Πανεπιστημίου σε πόλεις, καταυλισμούς, οπουδήποτε. Το «Σιωπηλό Πανεπιστήμιο» μπορεί να φιλοξενηθεί και σε κάποιο ίδρυμα, δημόσιο οργανισμό, μεταναστευτικούς οργανισμούς, κάθε μορφή είναι ανοιχτή και εξαρτάται από τις ντόπιες ανάγκες και τις δυνατότητες που παρέχουν οι υποδομές. Οι μόνοι που δεν συνεργαζόμαστε μαζί τους είναι θεσμοί που ακολουθούν νεοφιλελεύθερες πολιτικές», υπογραμμίζει η κ. Ταν.
Η παιδεία στο σύγχρονο κόσμο, στρέφεται όλο και πιο μακριά από την καθημερινότητα και τον κοινωνικό μετασχηματισμό, καθώς η γνώση προσαρμόζεται στη χρησιμότητα της αγοράς και γίνεται εργαλείο στη δομή της εξουσίας, τονίζει η κ. Ταν. «Για το λόγο τούτο, πρέπει να επαναδιατυπώσουμε τις έννοιες και να βρούμε νέες μεθοδολογίες, που δεν είναι αποκομμένες από τους ανθρώπους και να προκαλούν την κοινωνική δράση», συμπληρώνει.
Τον προηγούμενο χρόνο, η κ. Ταν δούλεψε με τους φοιτητές της στο Μάρντιν σε έναν προσωρινό προσφυγικό καταυλισμό όπου 600 Κούρδοι Γιεζίντι από το Σενγκάλ της Συρίας φιλοξενούνταν σε ένα σταθμό λεωφορείων. «Μετατρέψαμε το σταθμό σε έναν οικισμό που περιλάμβανε σχολείο, κουζίνα και νοσοκομείο. Όταν έφυγαν οι πρόσφυγες, ο σταθμός συνέχισε κανονικά τη λειτουργία του. Ήταν ενδιαφέρον να δούμε πώς σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μπορεί κανείς να δημιουργήσει, με χωροταξικό και αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, μια κοινοτική ζωή βασισμένη στην αλληλεγγύη και τη συλλογική διαδικασία. Πολύ χρήσιμο αποδείχτηκε και για τους φοιτητές, που είναι κυρίως Κούρδοι και μιλούν γλώσσες παρόμοιες με τους Γιεζίντι» ανέφερε η κ. Ταν.