Υψηλές παραμένουν οι επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών στο κάπνισμα παρά τις εκστρατείες ενημέρωσης στα σχολεία, σύμφωνα με έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν σήμερα από τον υπουργό Παιδείας, Κωνσταντίνο Αρβανιτόπουλο και την υφυπουργό Υγείας, Ζέτα Μακρή, που προανήγγειλαν την ανάληψη κοινής πρωτοβουλίας για την πρόληψη του καπνίσματος.
Στην έρευνα συμμετείχαν 28.088 μαθητές από όλη την Ελλάδα, οι οποίοι και απάντησαν- εθελοντικά και ανώνυμα- σχετικά με την εμπειρία και τις συνήθειές τους, τη συμπεριφορά τους, τις στάσεις και τις αντιλήψεις τους για το κάπνισμα. Όπως προέκυψε από τις απαντήσεις, το 26% του μαθητικού πληθυσμού της Β’ και Γ’ Γυμνασίου έχει την «εμπειρία της πρώτης δοκιμής» δηλαδή δοκίμασε κάποια στιγμή το κάπνισμα, έστω με μερικές «ρουφηξιές» καπνού. Από αυτούς, το 40,6% είναι, ήδη, καπνιστές.
Συνολικά, το 10,7% του μαθητικού πληθυσμού της Β’ και Γ’ Γυμνασίου της χώρας, δηλαδή περίπου 22.000 μαθητές, καπνίζουν. Μία σημαντική διαπίστωση της έρευνας είναι ότι τα αγόρια είναι περισσότερο επιρρεπή στο κάπνισμα σε σχέση με τα κορίτσια, αφού στους μαθητές που καπνίζουν το 56,2% είναι αγόρια και το 43,8% είναι κορίτσια.
Η πλειοψηφία των μαθητών δοκίμασε για πρώτη φορά το κάπνισμα πριν, καν, συμπληρώσει τα 13 έτη. Συγκεκριμένα, το 15,8% των μαθητών που έχουν δοκιμάσει κάποια στιγμή να καπνίσουν, το έκαναν σε ηλικία από οκτώ έως 10 ετών και το 31% δοκίμασε στην προεφηβική ηλικία των 11 έως 13 ετών.
Επίσης, ανησυχητικό θεωρείται το εύρημα, σύμφωνα με το οποίο στα έξι από τα 10 σπίτια όλων των μαθητών (61,5%)- καπνιστών και μη- καπνίζουν, είτε ο ένας, είτε και οι δύο γονείς. Για το 71% των εφήβων που έχουν δοκιμάσει το κάπνισμα, καπνίζουν και οι γονείς τους, είτε ο ένας, είτε και οι δύο, ποσοστό που αυξάνεται στο 74,5% στην περίπτωση των μαθητών καπνιστών.
Αντίθετα, για τους έφηβους που ποτέ δεν έχουν δοκιμάσει να καπνίσουν, οι γονείς τους δεν καπνίζουν σε ποσοστό 41,8%. Εδώ επαληθεύεται η σημαντική επιρροή των γονιών που καπνίζουν στη διαμόρφωση των καπνιστικών στάσεων και συνηθειών των εφήβων.
Ακόμη, από την έρευνα προκύπτει ότι αυτή η πρώτη επαφή με το κάπνισμα μεταφράζεται διαφορετικά από τον κάθε έφηβο, σε συνδυασμό με την προσωπικότητά του. Η συναισθηματική πίεση που μεταφράζεται ως άγχος κοινωνικοποίησης αποτελεί για το 26,1% των παιδιών που καπνίζουν έναν βασικό λόγο που τα έσπρωξε στο κάπνισμα ως συστηματική συνήθεια και για το 16,6% ως περιστασιακή συνήθεια. Το 32,2% των μαθητών δηλώνει πως επηρεάστηκε από την παρέα του για να δοκιμάσει τσιγάρο, ενώ αντίστοιχα το ποσοστό ανεβαίνει στο 46,7% για τους μαθητές που καπνίζουν συστηματικά.
«Το κάπνισμα είναι ασθένεια» σημείωσε ο κ. Αρβανιτόπουλος χαρακτηρίζοντας πολύ σημαντική την πρωτοβουλία του υπουργείου Υγείας. «Στη χώρα μας, το κάπνισμα έχει λάβει διαστάσεις επιδημίας, διότι τροφοδοτείται από μία ολόκληρη «κουλτούρα» που αντιμετωπίζει την κατανάλωση του καπνού ως μία φυσιολογική και απενοχοποιημένη συμπεριφορά ή ακόμη χειρότερα ως το σύμβολο χειραφέτησης και μόδας» πρόσθεσε.
«Η σχέση των εφήβων με το κάπνισμα είναι μία σχέση επικίνδυνη και απειλητική για την υγεία και τη ζωή τους. Παραδίδουμε τα δεδομένα για τη διάσταση της μάστιγας του καπνίσματος στους έφηβους, στους πολίτες και στην ελληνική πολιτεία» τόνισε η κ. Μακρή. «Υπέρτατο χρέος κάθε ευνομούμενης πολιτείας είναι να προστατεύει τη ζωή και την υγεία των πολιτών της, ειδικά των νέων. Με απόλυτη πίστη σε αυτή την παραδοχή, τηρείται η εθνική πολιτική για την πρόληψη του καπνίσματος» συμπλήρωσε.