Νέο κύκλο επαφών με τους κοινωνικούς εταίρους πρόκειται να ξεκινήσει μέσα στον Σεπτέμβριο η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, ενόψει των αλλαγών στις συλλογικές συμβάσεις, με στόχο την ουσιαστική ενίσχυση των μισθών, θέμα που θέτει ως προτεραιότητα ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, όπου θα αναφερθεί σε «εμπροσθοβαρείς αυξήσεις» που θα ενισχύουν τα εισοδήματα των εργαζομένων.
Διαπραγματεύσεις
Σύμφωνα με δημοσίευμα της «Απογευματινής», στόχος της Νίκης Κεραμέως είναι η δημιουργία ενός νέου Κοινωνικού Συμφώνου Εργασίας με όλες τις παραγωγικές τάξεις για την ουσιαστική ενίσχυση των μέσων μισθών. Δηλαδή αυτών που στηρίζονται στις κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις εργασίας. Η υπουργός Εργασίας δηλώνει αντίθετη στην επαναφορά του προσδιορισμού του κατώτατου μισθού στους κοινωνικούς εταίρους, που αποτελεί πάγιο αίτημα τόσο της ΓΣΕΕ όσο και των εργοδοτικών οργανώσεων. Στη βάση αυτού του πλαισίου, οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό για το 2025 αναμένεται να κινηθούν στο 4,5% (3% πληθωρισμός +1% αύξηση της παραγωγικότητας +0,50% μείωση των ασφαλιστικών εισφορών). Έτσι, ο κατώτατος μισθός από τα 830 μεικτά θα διαμορφωθεί στα 867,35 ευρώ και υπολείπονται 90 ευρώ για τη διετία 2026-2027, προκειμένου να φτάσει στα 950 ευρώ, που αποτελεί κυβερνητική δέσμευση. Μικρότερες αναμένονται οι αυξήσεις στον δημόσιο τομέα, καθώς υπολογίζεται ότι θα κινηθούν στο 3,5%, ποσοστό που καλύπτει τον πληθωρισμό και μέρος της αύξησης της εθνικής παραγωγικότητας. Να σημειωθεί ότι το 2024 οι δημόσιοι υπάλληλοι έλαβαν μεσοσταθμικές αυξήσεις ύψους 10%, ταυτόχρονα με την αναμόρφωση όλων των μισθολογίων, που έδιναν αυξήσεις έως 17,5%.
Οδηγία ΕΕ
Πάντως, ιδιαίτερη σημασία θα δίνεται στην προώθηση των διαπραγματεύσεων για την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων εργασίας, καθώς και στην ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας για τον καθορισμό επαρκών κατώτατων μισθών. Η υπουργός Εργασίας, τόσο στις μονομερείς επαφές με τους εταίρους όσο και στις διμερείς, θα επιδιώξει την ενσωμάτωση της οδηγίας της ΕΕ για την επάρκεια των κατώτατων μισθών, εντάσσοντάς τη στις ελληνικές ιδιαιτερότητες. Στόχος στην αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου είναι:
Η προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών.
Η προώθηση επαρκών επιπέδων νόμιμων κατώτατων μισθών.
Η βελτίωση της πραγματικής πρόσβασης όλων των εργαζομένων στην προστασία με τη μορφή κατώτατου μισθού.
Σαφή κριτήρια
Οι αλλαγές θα κινούνται στη φιλοσοφία της οδηγίας, που είναι η θέσπιση ενός πλαισίου για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των κατώτατων μισθών, σύμφωνα με ένα σύνολο σαφών κριτηρίων. Ο κατώτατος μισθός θα επικαιροποιείται τουλάχιστον ανά διετία (ή το αργότερο ανά τετραετία για τις χώρες που χρησιμοποιούν μηχανισμό αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής). Ωστόσο η οδηγία δεν προβλέπει συγκεκριμένο επίπεδο κατώτατου μισθού το οποίο πρέπει να επιτύχουν τα κράτη-μέλη. Ο θεσμός των κλαδικών συμβάσεων εργασίας ατόνησε στην μνημονιακή περίοδο, που είχε καταργηθεί η υποχρεωτικότητα για τις κλαδικές και επικρατούσαν οι ατομικές συμβάσεις (συμφωνίες σε προσωπικό επίπεδο). Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι μόλις τέσσερις κλαδικές συμβάσεις εργασίας έχουν οι μικρομεσαίοι (εστίαση, αρτοποιεία, ηλεκτρολόγοι, εργαζόμενοι σε ανελκυστήρες).