Παράταση δόθηκε από την ΑΑΔΕ στην προθεσμία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων για τα φυσικά πρόσωπα. Με τη νέα απόφαση, η οποία δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ, καταληκτική ημερομηνία ορίζεται η 26η Ιουλίου 2024.
Την παράταση είχε προαναγγείλει ο υφυπουργός Οικονομικών, Χάρης Θεοχάρης, με τις προβλεπόμενες δόσεις για την εξόφληση των οφειλών να είναι 8 και να φτάνουν έως το Φεβρουάριο του 2025 σύμφωνα με τα όσα αναμεταδίδει ο ΣΚΑΪ.Υπενθυμίζεται ότι έως τις 31 Ιουλίου πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος.
Στην περίπτωση που κάποιος επιλέξει την εφάπαξ πληρωμή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού δικαιούται έκπτωση 3%.
Ξεκίνησε χθες η υποβολή των φορολογικών δηλώσεων εισοδήματος για το έτος 2023, με καταληκτική ημερομηνία υποβολής τους την Παρασκευή 26 Ιουλίου. Χθες, εξάλλου, δημοσιοποιήθηκε και η λίστα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) με τις μέσες ετήσιες εισπράξεις από 382 επαγγελματικούς κλάδους. Πρόκειται δηλαδή για τον μέσο τζίρο που δήλωσαν στην εφορία επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, στοιχείο που θα χρησιμοποιηθεί μαζί με άλλες παραμέτρους, για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φόρου που θα πληρώσουν πάνω από 730.000 επαγγελματίες.
Αυτη η «ακτινογραφία εισπράξεων» ενισχύει το κυβερνητικό επιχείρημα οτι ήταν αναγκαία η επιβολή τεκμηρίου στους επαγγελματίες καθώς σε πολλές περιπτώσεις οι επαγγελματίες δηλώσουν εισοδήματα που δεν συνάδουν με την επιχειρηματική τους δράση. Χαρακτηριστική εικόνα δίνουν, ο μέσος ετήσιος τζίρος κομμωτηρίων στα 15.156 ευρώ, ο μέσος τζίρος ταξί στα 16.281 ευρώ, ο μέσος τζίρος αρχιτεκτόνων στα 18.865 ευρώ. Εισπράξεις…. που οδηγούν σε καθαρά κέρδη κάτω από 10.000 ευρώ! Επίσης 35.967 δικηγόροι εμφανίζονται με μεικτά έσοδα 22.890 ευρώ ο καθένας ενώ το μέσο ακαθάριστο εισόδημα για 23.471 γιατρούς ανέρχεται σε 46.640 ευρώ.
Συμπερασματικά από τον κατάλογο που δημοσιοποίησε η ΑΑΔΕ προκύπτει οτι το μέσο ποσό των ακαθαρίστων εσόδων που θα λάβει υπόψη η εφορία προκειμένου να υπολογίσει το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα κυμαίνεται από 4.000 ευρώ (ατομικές επιχειρήσεις από το χώρο της επισκευής ρολογιών και κοσμημάτων ) έως 1,2 εκατ. ευρώ (εταιρίες καπνού και καυσίμων).