«Ο ερχομός των τεχνικών κλιμακίων στην Ελλάδα δεν έχει πλέον καμία σχέση με αυτά που συνέβαιναν εντός των μνημονίων και των αξιολογήσεων που έλαβαν χώρα. Πλέον ο έλεγχος θα αφορά μόνο στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, τα μέσα επίτευξης αφήνονται στην πολιτική ελευθερία της κυβέρνησης υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα επέλθουν μεγάλες ανατροπές στις μεταρρυθμίσεις».
Αυτό τόνισε η υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου μιλώντας στον Realfm 97,8, ενώ πρόσθεσε ότι «« εποπτεία μοιάζει με την εποπτεία που υπάρχει σε άλλες χώρες που εξήλθαν από τα μνημόνια. Ναι μεν είναι συχνές οι επαφές, αλλά ο χαρακτήρας της ίδιος. Τα κλιμάκια θα κάνουν συστάσεις αλλά οι συστάσεις δεν έχουν χαρακτήρα δεσμευτικότητας και υποχρεωτικότητας».
Όσον αφορά στο μέτρο περικοπής των συντάξεων η κ. Αχτσιόγλου είπε: «Δεν είναι αναγκαίο δημοσιονομικά ούτε και διαρθρωτικά. Η συνταξιοδοτική δαπάνη της χώρας είναι πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο συν ότι υπεραποδίδουμε στους δημοσιονομικούς στόχους. Αποδεικνύουμε ότι ισχύουν και τα δύο επιχειρήματά μας, καθώς και το πλεόνασμα του ΕΦΚΑ είναι ισχυρό και υπεραποδίδουμε στους στόχους του 3,5%».
Η υπουργός Εργασίας ανέφερε ότι «έχουμε τα περιθώρια να μην επιβαρυνθούν περαιτέρω οι συνταξιούχοι. Είμαστε πιο ισχυροί σε πολιτικό και δημοσιονομικό επίπεδο καθώς πλέον αποδεικνύουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε και πιστεύω ότι το κλίμα αλλάζει και στο Βερολίνο».
«Βασικό μέλημα της κυβέρνησης είναι η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων μέσω των συλλογικών συμβάσεων και την αύξηση του κατώτατου μισθού. Προς το τέλος του έτους, αρχή του επόμενου εκτιμώ ότι θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού», υποστήριξε η κ. Αχτσιόγλου.
Σχετικά δε, με τις εκκρεμείς συντάξεις, η ίδια είπε ότι «δουλεύουμε εντατικά για την εκκαθάριση των εκκρεμών συντάξεων. Παραλάβαμε 400.000 απλήρωτες συντάξεις το 2015 και αυτή τη στιγμή οι κύριες είναι κάτω από 50.000, ενώ τα εφάπαξ είναι κάτω από 27.000. Μέχρι το τέλος του χρόνου θα τα έχουμε εκκαθαρίσει».
Για τις εισφορές, η κ. Αχτσιόγλου είπε ότι η συντριπτική πλειονότητα πληρώνει λιγότερα, κάτω από 200 ευρώ. «Για το 2019 φαίνεται ότι έχουμε έναν δημοσιονομικό χώρο άνω των 750 εκατ. ευρώ, ποσό το οποίο θα κατευθυνθεί σε φοροελαφρύνσεις – και εισφοροελαφρύνσεις- και σε κοινωνικές παροχές», τόνισε η ίδια.