Η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, μετά την κατάθεση του πολυνομοσχεδίου με τα προαπαιτούμενα για το κλείσιμο της τρίτης αξιολόγησης, στη Βουλή σημείωσε πως «συνολικά 738.000 οικογένειες, από τις 804.000 που λαμβάνουν τα οικογενειακά επιδόματα, θα δουν αυξήσεις». Μέσω των ρυθμίσεων που προωθούνται, θεσπίζεται το επίδομα παιδιού, το οποίο καταβάλλεται από την 1η Ιανουαρίου 2018.
Η κ. Φωτίου αναφέρθηκε σε μία νέα λογική και αρχιτεκτονική των οικογενειακών επιδομάτων. Όπως εξήγησε, πριν υπήρχε ένα ενιαίο επίδομα για όλους και μόνο για τους τρίτεκνους και πολύτεκνους δινόταν ένα επίδομα, ανεξάρτητα από την εισοδηματική κατηγορία. «Η κυβέρνησή μας θέλησε να σχεδιάσει ένα ενιαίο σύστημα, στο οποίο προσθέσαμε 260 εκατ. ευρώ, ακριβώς για να πριμοδοτήσουμε τα πολύ χαμηλά επιδόματα, δηλαδή τις ασθενέστερες κατηγορίες. Ο συνολικός προϋπολογισμός των οικογενειακών επιδομάτων, ο οποίος ανερχόταν στα 650 εκατ. ευρώ, αυξήθηκε κατά 40% (κατά 260 εκατ. ευρώ). Πρόκειται για ένα δικαιότερο σύστημα κατανομής μεταξύ του πρώτου και του έκτου, έβδομου, όγδοου παιδιού, κτλ» διευκρίνισε η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης.
Την ίδια ώρα, η κ. Φωτίου σημείωσε ότι συνολικά 738.000 οικογένειες, από τις 804.000 που λαμβάνουν τα οικογενειακά επιδόματα, θα έχουν αυξήσεις από πολύ μεγάλες μέχρι μικρότερες. Η συντριπτική πλειονότητα (680.000 οικογένειες) θα δει μεγάλες αυξήσεις από 75% έως 100%. Αποσαφήνισε δε ότι το καθεστώς που εισάγει το υπουργείο, χαρακτηρίζεται από μία σταθερή σχέση ανά εισοδηματική κατηγορία ανάμεσα στο πρώτο παιδί και στο τρίτο, τέταρτο, κτλ. «Επομένως, θεωρούμε ότι αυτό είναι ένα δικαιότερο σύστημα» σχολίασε η κ. Φωτίου, διαπιστώνοντας ότι, πράγματι, γίνονται κάποιες μικρότερες μειώσεις σε μία κατηγορία τριτέκνων και πολυτέκνων.
«Θα προτιμούσαμε να εξαλειφθούν, γιατί κανείς προφανώς τέτοιες ώρες δεν θέλει να βλέπει ούτε και πέντε ευρώ το μήνα να του μειώνεται το επίδομά του» είπε η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης, συμπληρώνοντας: «Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο -και λαμβάνοντας υπόψη ότι η ασφάλεια των οικογενειών και, ιδιαίτερα, των μεγαλύτερων, υπάρχει μόνο, αν υπάρχουν υπηρεσίες για το παιδί- η κυβέρνηση εξασφάλισε 40 εκατ. ευρώ για σχολικά γεύματα, ώστε τα παιδιά να μπορούν να γευματίζουν στο σχολείο, που είναι μία σημαντική ελάφρυνση για την οικογένεια».
Επίσης πρόσθεσε, «εξασφαλίσαμε 15 εκατ. ευρώ επιπλέον μόνο για εφέτος, για να ιδρύσουμε 400 νέους βρεφονηπιακούς σταθμούς, μετασκευάζοντας υφιστάμενα κτίρια που έχουν οι δήμοι. Γι’ αυτό τους καλέσαμε και όλοι ανταποκρίθηκαν πολύ θετικά. Έτσι ώστε, εντός του 2018, να πάρουν voucher 120.000 παιδιά από 110.000 που πήραν πέρυσι.Δηλαδή, 120.000 παιδιά θα έχουν δωρεάν πρόσβαση στους βρεφονηπιακούς σταθμούς. Αυτή είναι η πολιτική μας, γενικότερα, για το παιδί και θα ενισχυθεί και με άλλες δράσεις. Η κυβέρνηση θα δώσει προτεραιότητα στο παιδί».
«Αυτές τις ημέρες που βιώνουμε και με όλα τα εισοδήματα συμπιεσμένα,καμία μείωση, ακόμη και η ελάχιστη, δεν μπορεί να είναι αποδεκτή ούτε ευχάριστη για κανέναν» τόνισε η κ. Φωτίου, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι δεν μπορεί να παραβλέπονται 700.000 οικογένειες που έχουν ένα και δύο παιδιά, όπως ίσχυε στο παλιό σύστημα. «Η κυβέρνηση, όσο εξοικονομεί περισσότερα χρήματα, θα τα ρίχνει στα επιδόματα» δήλωσε η κ. Φωτίου, αναφέροντας, παράλληλα, ένα παράδειγμα από την πρώτη κατηγορία, στην οποία αποτυπώνονται οι αυξήσεις στο επίδομα παιδιού.
Συγκεκριμένα, είπε ότι, στην πρώτη κατηγορία, για οικογένειες με ένα παιδί, το ετήσιο υπάρχον επίδομα ήταν 480 ευρώ, ενώ το νέο ετήσιο επίδομα είναι 840 ευρώ.
Για τα δύο παιδιά, ήταν 960 ευρώ το χρόνο και τώρα είναι 1.680 ευρώ.
Για τα τρία παιδιά, ήταν 2.940 ευρώ και τώρα είναι 3.360 ευρώ.
Για τα τέσσερα παιδιά, ήταν 3.920 ευρώ και τώρα θα είναι 5.040 ευρώ.
Για τα πέντε παιδιά, ήταν 4.900 ευρώ και τώρα είναι 6.720 ευρώ.
Για τα έξι παιδιά, ήταν 5.880 ευρώ και τώρα είναι 8.400 ευρώ.
«Με αυτό το παράδειγμα, καταδεικνύεται η αγωνία μας και η συνεχής φροντίδα μας, ώστε όλες οι οικογένειες να αυξήσουν τα εισοδήματά τους όσον αφορά τα οικογενειακά επιδόματα. Στις άλλες δύο κατηγορίες που αφορούν μεγαλύτερα εισοδήματα, όπως είναι η τρίτη κατηγορία, η οποία φθάνει τα 33.750 ευρώ για τους τρίτεκνους, πράγματι καταγράφονται μικρές μειώσεις, οι οποίες έχουν στενοχωρήσει αυτήν τη μερίδα του πληθυσμού, αλλά υποσχόμαστε ότι θα εξετάσουμε ένα σύνολο παροχών που θα αμβλύνουν και αυτές τις μικρότερες μειώσεις» τόνισε η κ. Φωτίου.
Σχολιάζοντας το χθεσινό επεισόδιο που σημειώθηκε στο υπουργείο Εργασίας με μέλη του ΠΑΜΕ, η κ. Φωτίου, μέσω της δήλωσής της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, διαβεβαίωσε όλους τους εργαζόμενους ότι το υπουργείο Εργασίας έχει ανοιχτές πόρτες για όλους, οποιαδήποτε ώρα το ζητήσουν. «Τόσο η υπουργός Έφη Αχτσιόγλου όσο και εγώ, αλλά και όλη η ηγεσία του υπουργείου, δεχόμαστε οποιαδήποτε ομάδα, οποιοδήποτε συνδικάτο ή συλλογικότητα, μας ζητήσει συνάντηση, προκειμένου να συζητήσουμε τα προβλήματα που έχουν ανακύψει. Το χθεσινό δεν έχει σχέση με όλα αυτά. Διότι, πρώτον τα μέλη του ΠΑΜΕ που ήταν χθες στο υπουργείο, έχουν συζητήσει με την υπουργό διεξοδικά σε συνάντηση που ζήτησαν, πριν από λίγες εβδομάδες και, δεύτερον, διότι υπήρξε μία βίαιη εισβολή και δεν ζητήθηκε καν να υπάρξει συζήτηση» εξήγησε η κ. Φωτίου.
«Για εμάς, έχει σημασία να μπορεί να γίνεται ο διάλογος με τους εργαζόμενους. Όμως, η εισβολή δεν άφηνε κανένα περιθώριο, ούτε για διάλογο ούτε για απαντήσεις» συμπλήρωσε η ίδια.
Όπως είπε, το δικαίωμα για απεργία είναι ιερό, δεν καταργείται τίποτα. Διευκρίνισε δε ότι η ρύθμιση που περιλαμβάνεται στο πολυνομοσχέδιο, δεν αφορά τα δευτεροβάθμια σωματεία ούτε τα τριτοβάθμια, που εξακολουθούν να λαμβάνουν την απόφαση για απεργία με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή μέσα από τα διοικητικά συμβούλιά τους. Αφορά μόνο τα πρωτοβάθμια επιχειρησιακά σωματεία. «Δεν καταργείται το δικαίωμα της απεργίας. Αυτό που αλλάζει είναι το ποσοστό απαρτίας για συζήτηση και λήψη απόφασης κήρυξης απεργίας στις πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Με την προτεινόμενη διάταξη, ορίζεται ειδική απαρτία κατά τις γενικές συνελεύσεις πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων, προκειμένου να λάβει χώρα η συζήτηση και να ληφθεί απόφαση για την κήρυξη απεργίας. Συγκεκριμένα, απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον του ενός δευτέρου (1/2) των οικονομικά τακτοποιημένων μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης» εξήγησε η κ. Φωτίου.