Αποκαρδιωτικά είναι τα στοιχεία έρευνας για τους νέους που παίρνουν πτυχία σε σχολές, οι οποίες παρόλα αυτά δεν έχουν καμία ζήτηση στην Ελλάδα.
Περίπου ο ένας στους δύο αποκτά ακόμα και σήμερα προσόντα τα οποία δεν χρειάζεται η αγορά, ενώ οι οκτώ στους δέκα επιχειρηματίες δηλώνουν ότι δεν μπορούν να βρουν το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό για να καλύψουν συγκεκριμένες θέσεις απασχόλησης στις επιχειρήσεις τους. Μάλιστα 53% των Ελλήνων φοιτητών συνεχίζει να κατευθύνεται σε αντικείμενα σπουδών και κλάδους που δεν συμβάλλουν στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από τη μελέτη που πραγματοποίησαν από κοινού η Ernst & Young, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ) και η Endeavor Greece, με τον τίτλο «Εκπαίδευση, επιχειρηματικότητα και απασχόληση: Ζητείται προσέγγιση», η οποία παρουσιάστηκε χθες, σύμφωνα με τα «Νέα».
Το 13% των φοιτητών σπουδάζει ανθρωπιστικές επιστήμες, το 12% επιστήμες εκπαίδευσης, ενώ μόλις το 4% φοιτά σε σχολές πληροφορικής, παρά το γεγονός ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση.
Επίσης η μελέτη κατέγραψε τα στοιχεία επιχειρήσεων για την έναρξη και διακοπή λειτουργίας τους κατά την περίοδο της κρίσης διαπιστώνοντας ότι, με εξαίρεση τον τουρισμό, η ελληνική επιχειρηματικότητα δεν έχει στραφεί ακόμη στους κλάδους που παρουσιάζουν πραγματικές ευκαιρίες ανάπτυξης και εξωστρέφειας.
Είναι ενδεικτικό ότι 86% των νέων ελληνικών επιχειρήσεων εξακολουθεί να μην εστιάζει σε παραγωγικούς και εξωστρεφείς τομείς. Αντίθετα, πρώτη επιλογή των νέων επιχειρηματιών παραμένει ο κατ’ εξοχήν εσωστρεφής κλάδος της εστίασης.
Οι τάσεις αυτές επιβεβαιώνονται και από τα στοιχεία της απασχόλησης κατά την περίοδο της κρίσης. Η μελέτη καταγράφει τους κλάδους που υπέστησαν τις μεγαλύτερες απώλειες θέσεων εργασίας, εκείνους που ανθίστανται στην κρίση και εκείνους που εξακολουθούν να αναπτύσσονται. Ο κλάδος των κατασκευών, στον οποίο είχε στηριχτεί σε μεγάλο βαθμό η ανάπτυξη κατά την προηγούμενη δεκαετία, υπέστη το βαρύτερο πλήγμα χάνοντας το 63,7% των θέσεων εργασίας, ή πάνω από 255.000 εργαζομένους. Η μεταποίηση ήταν ο δεύτερος σε απώλειες βασικός κλάδος της οικονομίας έχοντας χάσει πάνω από μία στις τρεις θέσεις εργασίας, ή περισσότερα από 192.000 άτομα. Παράλληλα, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο παρότι παραμένει ο μεγαλύτερος εργοδότης συρρικνώθηκε κατά 20,8%, χάνοντας περισσότερες από 175.000 θέσεις εργασίας.
Μόνο πέντε κλάδοι κατέγραψαν αύξηση της απασχόλησης, οι διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (22,5%), η εστίαση (10,1%), ο τουρισμός (10%) και η ναυτιλία (7,5%), χωρίς ωστόσο να καταφέρνουν να αντισταθμίσουν την καθίζηση της υπόλοιπης οικονομίας. Το υψηλότερο ποσοστό αύξησης (22,7%) σημείωσε ο μικρότερος σε απόλυτα μεγέθη κλάδος της ελληνικής οικονομίας, η πληροφορική, δημιουργώντας σχεδόν 5.000 νέες θέσεις εργασίας.